ΑΝΤΙΑΙΡΕΤΙΚΗ ΗΜΕΡΙΔΑ ΜΕ ΘΕΜΑ: «ΠΤΥΧΕΣ ΤΟΥ ΑΠΟΚΡΥΦΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΕΠΟΧΗΣ»
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ: ΓΡΑΦΕΙΟΝ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ
ΠΕΜΠΤΗ 26 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2018 - ΑΙΘΟΥΣΑ ΤΟΥ ΠΕΙΡΑΪΚΟΥ ΣΥΝΔΕΣΜΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Ἡ Ἱερά Μητρόπολις Πειραιῶς, μέ τήν εὐλογία τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου μας κ.κ. Σεραφείμ, σέ συνεργασία μέ τό Γραφεῖο ἐπί τῶν Αἱρέσεων καί Παραθρησκειῶν, διοργάνωσε καί πραγματοποίησε τήν Πέμπτη 26 Ἀπριλίου 2018 καί ὥρα 4 μ.μ. στήν αἴθουσα τοῦ «Πειραϊκοῦ Συνδέσμου» Πειραιῶς, Ἀντιαιρετική Ἡμερίδα μέ θέμα: «Πτυχές τοῦ Ἀποκρυφισμοῦ τῆς Νέας Ἐποχῆς», στήν ὁποία μετεῖχαν κληρικοί καί ὁ πιστός λαός τῆς Πειραϊκῆς Ἐκκλησίας. Τήν ἔναρξη τῶν ἐργασιῶν τῆς Ἡμερίδος ἐκήρυξε ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. κ. Σεραφείμ. Στή συνέχεια τό θέμα ἀναπτύχθηκε διεξοδικά ἀπό τέσσερις ὁμιλητές: α) Τόν πρωτ. π. Κυριακό Τσουρό, Δρ. τῆς Θεολογίας καί Γραμματέα τῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς ἐπί τῶν Αἱρέσεων τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος μέ θέμα: «Νέα Ἐποχή – Ἀποκρυφισμός». β) Τόν ἀρχιμ. π. Σαράντη Σαράντο, Δρ. Θεολογίας- συγγραφέα, ἐφημέριο τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Κοιμήσεως Θεοτόκου Ἀμαρουσίου μέ θέμα: «Ἔχει ἡ Ἐκκλησία τήν ἀποκλειστικότητα τῆς σωτηρίας;». γ) Τόν ἀρχιμ. π. Παῦλο Δημητρακόπουλο Θεολόγο – Συγγραφέα, Δ/ντή τοῦ Γραφείου ἐπί τῶν Αἱρέσεων καί Παραθρησκειῶν τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Πειραιῶς μέ θέμα: «Νέα Ἐποχή καί Οἰκουμενισμός». Καί δ) τόν κ. Λάμπρο Σκόντζο Θεολόγο – Συγγραφέα, Μέλος τῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς ἐπί τῶν Αἱρέσεων τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, μέ θέμα: «Νεοπαγανισμός – Νεοσατανισμός».
Ἡ Ἡμερίδα, μετά τό πέρας τῶν εἰσηγήσεων καί μετά ἀπό ἐκτενῆ συζήτηση ἐπ’ αὐτῶν, κατέληξε στά ἀκόλουθα πορίσματα:
ΠΟΡΙΣΜΑΤΑ
Ὁ Ἀποκρυφισμός, ἤ Ἀποκρυφολογία, εἶναι ἡ μελέτη τοῦ «κεκρυμμένου», τοῦ ἀπόκρυφου καί συγκεκριμένα τῶν ἀπόκρυφων δυνάμεων τῆς φύσεως καί τῆς ἀπόκρυφης γνώσης. Ἀπό Ὀρθοδόξου ἀπόψεως ὁ Ἀποκρυφισμός ὅσο καί ὁ Ἐσωτερισμός ἀποτελοῦν ἀντιχριστιανικές θεωρίες μέ κοινά χαρακτηριστικά, μέ ἐκεῖνα τῆς «Νέας Ἐποχῆς». Στόν Ἀποκρυφισμό καί στήν κύρια ἔκφρασή του, πού εἶναι ἡ «Νέα Ἐποχή», ἐντάσσονται πλῆθος ὁμάδων, τάσεων καί κινημάτων, ὅπως: Ἀστρολογία, Ἀνθρωποσοφία, Θεοσοφία, Ἀλχημεία, Ἀριθμολογία, Σαμανισμός, Πνευματισμός, Παραψυχολογία, Channelling, Μαγεία, Καμπαλλά, Ὑπνωτισμός, Ἰλλουμινάτοι, Ροδόσταυροι, Τεκτονισμός κ.ἄ.
Γέννημα τοῦ Ἀποκρυφισμοῦ εἶναι καί ἡ «Νέα Ἐποχή» ἡ ὁποία γαλουχήθηκε καί ἀναπτύχθηκε κυρίως ἀπό τή Θεοσοφία, μητέρα πολλῶν ἀποκρυφιστικῶν ὁμάδων. Ἡ «Νέα Ἐποχή» δέν εἶναι μία συγκεκριμένη δομημένη ὀργάνωση. Εἶναι ἕνα παγκόσμιο ρεῦμα, ἤ δίκτυο ὁμάδων καί ὀργανώσεων πού στηρίζεται στόν ἀποκρυφισμό καί στήν ἀστρολογία. Εἶναι συνονθύλευμα ἀνατολικῶν θρησκειῶν, ἀρχαίων μυστηρίων καί ἀποκρυφισμοῦ. Οὐσιαστικά, πρόκειται γιά πολύπλοκο φαινόμενο «νέας θρησκευτικότητας», πού δημιουργεῖ μία σύνθεση, ἤ μᾶλλον ἕνα συγκρητισμό ρευμάτων, κινήσεων καί τάσεων ποικίλων, πού δέν εἶναι καθόλου «νέα». Ὁ π. Ἀντώνιος Ἀλεβιζόπουλος τήν ὀνομάζει «δίκτυο, πού ἑνώνει ἄμμεσα ἤ καί ἔμμεσα μέ πολύ χαλαρό δεσμό ἑκατοντάδες ὁμάδες... ἤ τάση πού εἰσχωρεῖ σέ ὅλους τούς τομεῖς τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς».
Ἡ «Νέα Ἐποχή» γαλουχήθηκε καί προωθεῖται κυρίως, ἀπό τή Θεοσοφική Σχολή τῆς ἀποκρυφίστριας Ἕλενας Μπλαβάτσκυ (ἱδρύτριας τῆς Θεοσοφικῆς Σχολῆς, τό ἔτος 1875) καί ἀπό τούς διαδόχους της καί ἐπαγγέλλεται, ἐκτός τῶν ἄλλων, ὅπως καί ἐκείνη, τήν ἐγκαθίδρυση μίας «Νέας Παγκόσμιας Θρησκείας». Οἱ βασικές διδασκαλίες της καί κατ’ ἐπέκταση τῆς Νέας Ἐποχῆς εἶναι οἱ ἀκόλουθες:
α) Δέν ὑπάρχει προσωπικός Θεός, Δημιουργός τοῦ Σύμπαντος. Ὁ Θεός εἶναι ἀπρόσωπος «ἐνδοσυμπαντικός» καί ταυτίζεται μέ τή «ζῶσα ἐνέργεια τοῦ σύμπαντος», τό «Παγκόσμιο ἤ Συμπαντικό Πνεῦμα» πού προβάλλεται σέ ποικίλες μορφές. Τό Σύμπαν, εἶναι «Ἕν Ὅλον» ἀπρόσωπο (ἐξ οὗ καί «Ὁλιστική θεώρηση τοῦ Σύμπαντος»), ἐντός τοῦ ὁποίου ἐντάσσονται ὁ ἄνθρωπος καί ὁ «θεός» τῆς «Νέας Ἐποχῆς». Ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἡ τελειότερη ἐκδήλωση («ἐκροή») τοῦ συμπαντικοῦ αὐτοῦ ἀπρόσωπου «θεοῦ», εἶναι δηλαδή καί αὐτός «θεός» κατ' οὐσίαν. Ἑπομένως, γιά τούς «νεοεποχίτες» δέν ὑπάρχει διάκριση μεταξύ κτιστοῦ καί ἄκτιστου, δέν ὑπάρχει Θεός ἔξω ἀπό τό Σύμπαν, τόν κόσμο καί τόν ἄνθρωπο, ὁ Ὁποῖος ἐδημιούργησε τό Σύμπαν ἐκ τοῦ μή ὄντος.
β) Ὁ ἄνθρωπος γιά νά φθάσει στήν «τελείωση» ἤ τόν «φωτισμό» κατά τή θεωρία τῶν ὁμάδων αὐτῶν, πρέπει νά συνειδητοποιήσει αὐτή τή θεϊκή του ἰδιότητα. Καί ἀφοῦ δέν ὑπάρχει Θεός γιά νά τόν σώσει, ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος –«θεός» πρέπει νά ἀκολουθήσει μόνος του μία ἐξελικτική πορεία αὐτοπραγμάτωσης καί αὐτοσωτηρίας, καθοδηγούμενος ἀπό κάποιο γκουρού, ἤ ἄλλο «ὁδηγό». Πρός τόν σκοπό αὐτό ἐπιστρατεύονται διάφορες τεχνικές – οὐσιαστικά μάταιες ἀνθρώπινες προσπάθειες - μέ τίς ὁποῖες, ὁ ὀπαδός τῶν ὁμάδων αὐτῶν πιστεύει ὅτι θά φθάσει τό ποθούμενο. Ἐάν δέν ἐπιτευχθεῖ ὁ ἐπιδιωκόμενος στόχος, δηλαδή ἡ «φώτιση», τότε ἐπιστρατεύεται ὡς ἔσχατο μέσο ἡ παράλογη δοξασία τῆς μετενσάρκωσης ἤ μετεμψύχωσης, ὥστε μόνος του πάλι ὁ ἄνθρωπος, μέ μία ἀτελείωτη σειρά γεννήσεων καί θανάτων (τόν λεγόμενο τροχό τῆς «σαμσάρα») νά ἐπιτύχει τό στόχο του.
γ) Ἄλλη βασική ἀρχή τῆς θεοσοφίας καί τῆς «Νέας Ἐποχῆς» πού ἀποτελεῖ γνήσια ἔκφραση τοῦ θρησκευτικοῦ συγκρητισμοῦ, εἶναι ὁ λεγόμενος δογματικός πλουραλισμός, ἡ συνύπαρξη δηλαδή καί ἡ ἀποδοχή διαφορετικῶν δογμάτων καί πίστεων. Σύμφωνα μέ τήν ἀρχή αὐτή ὅλες οἱ θρησκεῖες καί ὅλες οἱ πίστεις ἀποτελοῦν νόμιμες ἐκφάνσεις τοῦ θρησκευτικοῦ φαινομένου καί εἶναι δρόμοι πού ὁδηγοῦν στόν ἴδιο θεό καί κατ’ ἐπέκταση ὅλες οἱ θρησκεῖες προσφέρουν λύτρωση καί σωτηρία.
Ἑπομένως μπορεῖ κανείς νά πιστεύει σέ ὅποια θρησκεία θέλει, ἀρκεῖ νά μήν εἶναι ἀποκλειστικός.
δ) Ἄλλη βασική ἀρχή τῆς θεοσοφίας καί τῆς «Νέας Ἐποχῆς» εἶναι ὅτι δέν ὑπάρχει θρησκεία ἀνώτερη ἀπό τήν ἀλήθεια. Ὅλες οἱ θρησκεῖες, μαζί καί ὁ Χριστιανισμός, ἔχουν μέρος μόνον τῆς ἀλήθειας, ὁπότε ὅλες θά πρέπει νά συνεισφέρουν τό μερίδιό τους, ὥστε ἡ κάθε μία νά ἐμπλουτίσει τίς ἄλλες καί νά ἐμπλουτιστεῖ ἀπό τίς ἄλλες.
ε) Ἄλλη βασική διδασκαλία τῆς «Νέας Ἐποχῆς» εἶναι ὅτι δέν ὑπάρχει διάκριση μεταξύ καλοῦ καί κακοῦ. Καί τά δυό θεωροῦνται ὄψεις τοῦ ἴδιου νομίσματος. Ἔτσι, ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά κάνει ὅ,τι αὐτός ὁ ἴδιος θεωρεῖ ὡς ἠθικό καί καλό, ἤ ὅ,τι ὁ γκουρού τόν διατάζει νά κάνει.
Ὁ Ἀποκρυφισμός καί ἡ «Νέα Ἐποχή» ἀνατρέπουν τήν περί Θεοῦ ἀνθρώπου καί κόσμου χριστιανική πίστη, τή διδασκαλία περί σωτηρίας καί ἐλεύθερης θελήσεως τοῦ ἀνθρώπου, ἀρνοῦνται τή μοναδικότητα τοῦ προσώπου τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὑποδουλώνουν τόν ἄνθρωπο στίς ὁλοκληρωτικές διδασκαλίες των καί ἐπιστρέφουν στήν παλαιά ἀνταρσία τῶν πρωτοπλάστων πού δέχθηκαν τήν ὑπόδειξη τοῦ «ὄφεως» «ἔσεσθε ὡς θεοί» (Γεν. γ΄, 5).
Ὁ Οἰκουμενισμός εἶναι ἕνα παγκόσμιο κίνημα, πού ἔχει σάν μοναδικό σκοπό τήν δημιουργία μίας νέας τάξεως πραγμάτων, δηλαδή τήν πολιτική, οἰκονομική, πολιτισμική καί θρησκευτική κυριαρχία του πάνω σ’ ὅλο τόν πλανήτη. Τό κίνημα αὐτό κινεῖται καί δραστηριοποιεῖται σέ τέσσερα κυρίως ἐπίπεδα, (κατ’ ἐπέκταση ὅμως ἐπηρεάζει ὅλους τούς τομεῖς τῆς ἀνθρωπίνης δραστηριότητος): Στό πολιτικό, τό οἰκονομικό, τό πολιτισμικό καί τέλος τό θρησκευτικό. Στό τελευταῖο αὐτό ἐπίπεδο προωθεῖται μέσω τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἡ ἀνοικοδόμηση μίας παγκόσμιας θρησκείας. Ὁ Οἰκουμενισμός σέ θρησκευτικό ἐπίπεδο χαρακτηρίζεται ἔντονα ἀπό τό στοιχεῖο τοῦ θρησκευτικοῦ συγκρητισμοῦ καί διακρίνεται α) στόν Διαχριστιανικό καί β) στόν Διαθρησκειακό Οἰκουμενισμό. Γνήσια ἔκφραση τοῦ θρησκευτικοῦ συγκρητιστικοῦ πνεύματος, πού κυριαρχεῖ στόν Οἰκουμενισμό ἀποτελοῦν οἱ αἱρετικές θεωρίες, τίς ὁποῖες ἀνέπτυξε.
Ἡ Νέα Ἐποχή καί ὁ Οἰκουμενισμός, οἱ δυό αὐτές σκοτεινές καί ἀντίχριστες δυνάμεις ἀλληλοπεριχωροῦνται, συγκλίνουν μεταξύ τους καί τελικά ὑπηρετοῦν ἕνα κοινό στόχο, τή σταδιακή θρησκευτική ἑνοποίηση τῆς ἀνθρωπότητος καί τήν πραγματοποίηση καί ἐγκαθίδρυση μίας παγκόσμιας θρησκείας. Μεταξύ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καί τῆς «Νέας Ἐποχῆς» ὑπάρχει μία πολύ βαθιά καί στενή ἰδεολογική συγγένεια καί μία αἰτιώδης σχέση. Κοινή βασική ἀρχή καί παραδοχή τόσον τῆς Νέας Ἐποχῆς ὅσον καί τοῦ Οἰκουμενισμοῦ εἶναι ὅτι ὅλες οἱ θρησκεῖες καί ὅλες οἱ πίστεις ἀποτελοῦν νόμιμες ἐκφάνσεις τοῦ θρησκευτικοῦ φαινομένου καί ὅτι εἶναι δρόμοι πού ὁδηγοῦν στόν ἴδιο θεό καί κατ’ ἐπέκταση ὅλες οἱ θρησκεῖες προσφέρουν λύτρωση καί σωτηρία.
Ἐπίσης κύριος στόχος τόσο τῆς Νέας Ἐποχῆς ὅσον καί τοῦ Οἰκουμενισμοῦ εἶναι ἡ διά μέσου τοῦ συγκερασμοῦ ὅλων τῶν θρησκειῶν τοῦ κόσμου συναδέλφωση ὅλων τῶν λαῶν, πέρα ἀπό διαφορές θρησκείας, χρώματος καί φυλῆς, προκειμένου ὅλες οἱ θρησκεῖες ἀπό κοινοῦ νά συνεργασθοῦν γιά νά προωθήσουν τήν παγκόσμια εἰρήνη, τήν εἰρηνική συνύπαρξη καί συνεργασία στίς σύγχρονες πολυθρησκευτικές κοινωνίες, τήν δικαιοσύνη καί τήν ἐλευθερία μεταξύ τῶν λαῶν.
Δυό ἀπό τούς κυριότερους ἐκφραστές τοῦ ἀποκρυφισμοῦ παγκοσμίως, εἶναι ὁ Νεοπαγανισμός καί ὁ Νεοσατανισμός, πού ἀποτελοῦν τίς πλέον ἀκραῖες μορφές του. Μάλιστα σέ πολλές περιπτώσεις, συγκεκριμένες ὁμάδες τῶν δυό αὐτῶν μορφῶν τοῦ ἀποκρυφισμοῦ, ἐμπίπτουν στίς λεγόμενες καταστροφικές λατρεῖες (σέκτες), οἱ ὁποῖες εὐθύνονται γιά πληθώρα ἐγκληματικῶν ἐνεργειῶν. Τά δυό αὐτά μεγέθη ὄχι μόνο σχετίζονται μεταξύ τους, ἀλλά εἶναι οἱ δυό ὄψεις τοῦ ἰδίου νομίσματος. Προέρχονται ἀπό τήν ἴδια μήτρα, τήν ἀρχαία εἰδωλολατρία καί ὑπηρετοῦν τούς ἴδιους σκοπούς. Καί τά δυό αὐτά φαινόμενα ἀνήκουν στό ἀποκρυφιστικό πλέγμα τῶν ὁμάδων τῆς «Νέας Ἐποχῆς» καί εἶναι ἀπό τούς πιό φανερούς καί γνήσιους ἐκφραστές τοῦ ὑδροχοϊκοῦ νεοεποχίτικου πνεύματος. Οἱ πρωτεργάτες τόσο τοῦ νεοσατανισμοῦ, ὅσο καί τοῦ νεοπαγανισμοῦ ὑπῆρξαν διαβόητοι ἀποκρυφιστές καί θήτευσαν σέ ὁμάδες ἀμφοτέρων αὐτῶν τῶν μορφῶν. Ἀμφότερα στηρίζονται στό πνευματιστικό καί ἀποκρυφιστικό ὑπόβαθρο τῶν θεοσοφικῶν ἀρχῶν. Τά τελετουργικά τους εἶναι πιστά ἀντίγραφα ἀρχαίων παγανιστικῶν μυστηριακῶν τελετουργιῶν. Κύριο χαρακτηριστικό τῶν δυό αὐτῶν μορφῶν τοῦ ἀποκρυφισμοῦ εἶναι τό μίσος του κατά τοῦ Χριστιανισμοῦ, μέχρι ἐξαφανίσεώς του καί ἡμῶν τῶν Χριστιανῶν, μέχρι καί αὐτῆς τῆς φυσικῆς μας ἐξοντώσεως. Ἡ δράση τους στήν κοινωνία εἶναι καταλυτική. Ἀποσποῦν ἀφελεῖς ἀπό τήν πίστη τους στό Χριστό καί τούς προσδένουν στόν ἀποκρυφισμό καί στήν πίστη σέ «δυνάμεις τῆς φύσης», οἱ ὁποῖες εἶναι σαφῶς δαιμονικές.
Ἡ Ἐκκλησία μας καλεῖται σήμερα περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλη φορά, νά προφυλαχθεῖ ἀπό τό παγκόσμιο καί ἀντίχριστο κίνημα τῆς Νέας Ἐποχῆς μέ ὅλα τά παρακλάδια του, καί ἰδιαιτέρως τόν οἰκουμενισμό, τόν νεοπαγανισμό καί τόν νεοσατανισμό καί νά διακηρύξει τήν σταθερή καί ἀταλάντευτη πεποίθησή της, ὅτι μόνο μέσα σ’ αὐτήν ὁ ἄνθρωπος πραγματοποιεῖ τήν σωτηρία καί τήν θέωσή του. Ἡ Οἰκουμενικότητα τῆς ἀποστολῆς τῆς Ἐκκλησίας δέν πρέπει νά ἐκμηδενιστεῖ μέσα στή σύγχυση τῶν ἀντιχρίστων αὐτῶν σκοτεινῶν δυνάμεων καί αἱρέσεων. Ἔναντι τῆς ἀπειλῆς ἀπό τό φαινόμενο τῶν συγχρόνων αἱρέσων καί τῶν παραθρησκευτικῶν ὁμάδων τῆς «Νέας Ἐποχῆς» ἡ στάση μας καθορίζεται καί σήμερα ἀπό τόν Ἀπόστολο καί Εὐαγγειστή Ἰωάννη: «Ἀγαπητοί, μή πιστεύετε εἰς κάθε πνεῦμα, ἀλλά δοκιμάζετε τά πνεύματα, ἐάν εἶναι ἀπό τόν Θεό, διότι πολλοί ψευδοπροφῆτες ἐβγῆκαν εἰς τόν κόσμον» (Α’ Ἰω. δ 1).