Τὸ Τέλος τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ ἡ Ὑπερβατικὴ Ἑνότητα τῶν Θρησκειῶν
Πρωτοπρεσβυτέρου Πέτρου Χῖρς, D.Th., Θεολογικὴ Σχολὴ Ἁγίας Τριάδος, Τζόρντανβιλ Νέας Ὑόρκης
ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΗΜΕΡΙΔΑ:
«Ἡ πρόκληση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ σήμερα»
ἀφιερωμένη στή μνήμη τοῦ μακαριστοῦ π. Γεωργίου Μεταλληνοῦ
Εἰσαγωγή: Οἱ Ἀκρότητες τοῦ Διαβόλου καὶ τὸ Τέλος τους
Δοκιμασμένη καὶ σταθερὴ τακτικὴ τοῦ ἐχθροῦ τῆς ἐν Χριστῷ σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ὁ περιορισμὸς τῶν ἐπιλογῶν τοῦ ἀνθρώπου σὲ δύο μόνο ἐπιλογές, φαινομενικὰ ἀντίθετες, καὶ ὁ ἀποκλεισμὸς καὶ ἡ ἀπόκρυψη κάθε ἄλλης δυνατότητας, ἢ τοὐλάχιστον ἡ ἀπόῤῥιψή της ὡς ἀνέφικτης ἢ ἀστήρικτης. Παραδείγματος χάριν, μπορεῖ νὰ εἶναι κανεὶς ἢ ὀρθολογιστὴς ἢ παράλογος: τὸ «ὑπέρλογος» δὲν τίθεται κάν ὡς δυνατὴ ἐπιλογή. Κατὰ παρόμοιο τρόπο, ἢ θὰ κάνει τυφλὴ ὑπακοὴ ἢ θὰ γίνει θεληματάρης καὶ ἐπαναστατικός, ἀποῤῥιπτομένης τῆς ἀληθινῆς, γνήσιας ὑπακοῆς. Σὲ μεγαλύτερη κλίμακα, στοὺς Ἀφρικανοὺς παρουσιάζει μιὰ φοβερὴ μαύρη μαγεία καὶ ὕστερα ὡς μέσο διαφυγῆς τὴν «καλὴ» λευκὴ μαγεία.
Γιὰ τὸν ἐξαθλιωμένο ὄχλο ἡ πλεονεξία τοῦ καπιταλισμοῦ ἀντιμετωπίζεται καὶ διορθώνεται μὲ τὴν «ἰσότητα» καὶ «ἀδελφοσύνη» τοῦ κομμουνισμοῦ. Γιὰ ὅσους ταλαιπωροῦνταν ὑπὸ τὴν αὐταρχικὴ δεσποτεία τοῦ παπικοῦ προτεσταντισμοῦ ὑπάρχει ἡ αὐτοδεσποτεία καὶ ὁ ἀτομισμὸς τοῦ μεταῤῥυθμισμένου προτεσταντισμοῦ. Θὰ μπορούσαμε νὰ συνεχίσουμε ἀπαριθμῶντας διὰ μακρῶν καὶ ἄλλες πολλὲς τέτοιες ψευδεῖς ἀκρότητες στὶς ὁποῖες καὶ οἱ δύο ἐπιλογὲς εἶναι δαιμονικῆς ἐμπνεύσεως. Ἀκόμη καὶ σήμερα, στὴν τρέχουσα «κρίση τοῦ κορωνοϊοῦ», τὸ ἐπίσημο ἀφήγημα ἀποφαίνεται πὼς μόνη λύση τοῦ θανατηφόρου ἰοῦ εἶναι τὸ πειραματικὸ καὶ πιθανῶς πιὸ θανατηφόρο «ἐμβόλιο», ἐνῷ ἡ πρώιμη ἀντιμετώπισή του μὲ ὑπάρχοντα φάρμακα κατὰ κύριο λόγο παραβλέπεται.
Τοιουτοτρόπως ὁ ἐχθρὸς ἔχει χειραγωγήσει τὸν Δυτικὸ ἄνθρωπο ἐπιτυχῶς γιὰ πολλὲς γενιές, ἀπὸ τὸν καιρὸ τοῦ Μεγάλου Σχίσματος μέχρι καὶ σήμερα, κρατῶντας τον μέσα σὲ μιὰ συνεχὴ σειρὰ δράσεων καὶ άντιδράσεων, ὅπως τὸ ἐκκρεμὲς ποὺ ταλαντεύεται ἀδιάκοπα ἀπὸ τὸ ἕνα ἄκρο στὸ ἄλλο. Χάθηκε κάθε πνευματικὴ ἰσοῤῥοπία, χάθηκε ἡ θεία προοπτική, χάθηκε ἡ βασιλικὴ ὀδὸς τῶν Πατέρων. Μέσα σὲ τέτοιο χάος, ὅσοι δὲν ἔχουν τὴν αἰώνια προοπτική, ὅσοι δὲν βλέπουν τὸ Α καὶ τὸ Ω τῆς ἱστορίας, ἀδυνατοῦν νὰ καθορίσουν ποῦ βρισκόμαστε στὴν ῥοὴ τῆς ἱστορίας καὶ ποῦ μᾶς ὁδηγοῦν αὐτὰ τὰ γεγονότα. Ὅμως γιὰ ἐκεῖνον ποὺ βλέπει, αὐτὰ ἀποτελοῦν μιὰ διαδικασία συνεχοῦς διάλυσης, ἡ ὁποία φέρνει τὴν ἀνθρωπότητα σταδιακὰ ὅλο καὶ πιὸ κοντὰ στὴν ἐκπλήρωση τοῦ μυστηρίου τῆς ἀνομίας, στὴν ἀντιστροφὴ τῆς ἐν Χριστῷ Σωτηρίας καὶ στὴν ἀντικατάστασή Του ἀπὸ τὸν Ἀντίχριστο.
Αὐτὴ ἡ διάλυση τῆς χριστιανικῆς παράδοσης καὶ ἑνότητας στὴν Δύση καὶ ἡ ἐξ αὐτῆς ἀποῤῥέουσα καρικατούρα τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας του στὸν Προτεσταντισμό, εἴτε αὐτὸς εἶναι τοῦ παπικοῦ τύπου εἴτε τοῦ μεταῤῥυθμισμένου, ἀποτελοῦν τὴν βάση τῆς γέννησης τοῦ ἐκτρώματος τῆς νεωτερικότητας. Κατὰ τὰ τέλη τοῦ δεκάτου ἐννάτου αἰῶνα, τὰ πιὸ γερὰ μυαλὰ τῆς Δύσης, τὰ ὁποῖα ἔψαχναν διέξοδο ἀπὸ τὸ ἀδιέξοδο τῆς νεωτερικῆς, κοσμικῆς Δύσης, κοίταξαν πρὸς τὴν παράδοση τῆς Ἀνατολῆς, δυστυχῶς ὅμως ὄχι τῆς Ὀρθόδοξης Ἀνατολῆς ἀλλὰ τῆς Ἄπω Ἀνατολῆς. Αὐτοὶ οἱ λεγόμενοι Traditionalists («Παραδοσιοκράτες») ἐννοοῦσαν νὰ σώσουν τὴν Δύση ἀπὸ κατάῤῥευση ἐμβολιάζοντάς την μὲ ἀσιατικὴ «παράδοση» καὶ «μεταφυσικὴ» ὡς ἐκφράσεις τῆς Διηνεκοῦς Φιλοσοφίας (Perennial Philosophy ἢ sophia perennis). Ἡ ἀντιδιαστολὴ τοῦ εὔκολα ἀντικρουόμενου νεωτερικοῦ, ὀνοματοκρατικοῦ «Χριστιανισμοῦ», ἀ λὰ Προτεσταντισμοῦ, μὲ τὶς παραδοσιακοὺς πολιτισμοὺς τῆς [Ἄπω] Ἀνατολῆς εἶναι ἕνα ἀκόμη παράδειγμα ψευδοῦς ἀκρότητας ἀπὸ τὶς πάμπολλες ποὺ δημιουργεῖ ὁ ἐχθρός, μὲ τὶς ὁποῖες κρατᾶ τὸν ἄνθρωπο νὰ μὴν ἔχει κοινωνία μὲ τὴν Ἔνσαρκο Ἀλήθεια. Ὅμως, ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὶς προηγούμενες ἀκρότητες τοῦ ἐκκρεμοῦς ποὺ περιόριζαν καὶ χειραγωγούσαν μία ἀΚέφαλη, διασπασμένη Δύση, ὁ περεννιαλισμὸς (ἢ Διηνεκὴς Φιλοσοφία) ὑπόσχεται νὰ θέσει τέλος στὶς ἀκρότητες καὶ νὰ δώσει μία τελική, ὁλοκληρωτική, «οἰκουμενικὴ» ἀπάντηση στὸ πρόβλημα τῶν διαιρέσεων, παρέχοντας μία «ἑνότητα» ποὺ βρίσκεται ταυτόχρονα τόσο πέρα ἀπὸ ὅλες τὶς Ἀποκαλύψεις ὅσο καὶ διὰ μέσου αὐτῶν.
Τί εἶναι ὁ Περεννιαλισμός;
Σὲ γενικὲς γραμμές, περεννιαλισμὸς εἶναι ἡ ἰδέα ὅτι στὴν καρδιὰ ὅλων τῶν μεγάλων θρησκειῶν βρίσκεται ἡ ἴδια μυστικὴ ἐμπειρία τῆς Ἀπώτερης, Ἀπόλυτης Πραγματικότητας. Ἡ Διηνεκὴς Φιλοσοφία ἔχει τὶς ἱστορικὲς ῥίζες τῆς στὸν συγκρητισμὸ Ἀναγεννησιακῶν ἀνθρωπιστῶν ὅπως τὸν Marsilio Ficino καὶ τὸν Pico della Mirandola, οἱ ὁποῖοι πρότειναν ὅτι ὁ Πλάτων, ὁ Ἰησοῦς, ἡ Καμπάλα καὶ ὁ Ἑρμὴς ὁ Τρισμέγιστος ὅλοι ὁδηγοῦσαν πρὸς τὴν ἴδια Θεία Πραγματικότητα. Ἐκδοχὲς τοῦ περεννιαλισμοῦ ἐπίσης βρίσκονται στὸν ὑπερβατισμὸ τοῦ Emerson, τοῦ Coleridge καὶ τοῦ Thoreau. Ἡ Μασονία, ἡ Θεοσοφικὴ Ἐταιρεία καὶ τὸ ἔργο τοῦ Aldous Huxley The Perennial Philosophy (Ἡ Διηνεκὴς Φιλοσοφία, 1945) διέδωσαν εὐρύτερα τὴν οἰκουμενικὴ ἐκδοχὴ τοῦ περεννιαλισμοῦ καὶ τὴν δεκαετία τοῦ ᾽60 ἔγινε ὁ ἀκρογωνιαῖος λίθος τῆς Νέας Ἐποχῆς.
Αὐτὸ ὅμως ποὺ μᾶς ἐνδιαφέρει ἰδιαιτέρως εἶναι ἡ ἐξέλιξη τοῦ περεννιαλισμοῦ κατὰ τὸν εἰκοστὸ αἰῶνα καὶ συγκεκριμένα ὅπως παρουσιάστηκε ἀπὸ τὴν ὑπὸ τῆς Βεδάντας ἐπηρεασμένη Traditionalist Σχολή, εἰδικὰ ἀπὸ τὸν Rene Geunon, ὁ ὁποῖος σημειωτέον ὅτι κατὰ πάσα πιθανότητα γνώρισε τὸν περεννιαλισμὸ τὰ χρόνια ποὺ πέρασε στὴν Μασονικὴ Στοά.
Ἐνῷ ὁ Huxley καὶ ἄλλοι ἀσπάστηκαν ἕναν «μυστικὸ οὐνιβερσαλισμό», ἡ Traditionalist Σχολὴ, ποὺ τὴν ἐκπροσωποῦσαν οἱ Guenon, Ananda Coomaraswamy, Frithjof Schuon, καὶ ἀργότερα οἱ Titus Burckhardt, Martin Lings, Huston Smith καὶ ἄλλους, προσανατολίζεται πρὸς τὶς ὀρθόδοξες θρησκευτικὲς παραδόσεις καὶ ἀποῤῥίπτει τὸν νεωτερικὸ συγκρητισμὸ καὶ οὐνιβερσαλισμό. Αὐτὴ ἡ σχολὴ θὰ ἀποτελέσει τὸ ἀντικείμενο τῆς παρούσης ἐργασίας λόγῳ τοῦ ὅτι τὰ ἔργα τους ἔχουν τραβήξει σαφῶς περισσότερο τὴν προσοχὴ καὶ ὀρισμένων Ὀρθοδόξων ἀκαδημαϊκῶν θεολόγων καὶ κληρικῶν.
Σύμφωνα μὲ τὴν Traditionalist Σχολή, ἡ διηνεκὴς φιλοσοφία εἶναι «ἀπόλυτη Ἀλήθεια καὶ ἄπειρη Παρουσία».1
«Ὡς Ἀπόλυτη Ἀλήθεια εἶναι ἡ διηνεκὴς σοφία (sophia perennis) ποὺ ἀποτελεῖ τὴν ὑπερβατικὴ πηγὴ πάντων τῶν ἐμφύτως ὀρθοδόξων θρησκειῶν τῆς ἀνθρωπότητας… Ὡς Ἄπειρη Παρουσία εἶναι ἡ διηνεκὴς θρησκεία (religio perennis) ποὺ ζεῖ ἐντὸς τῆς καρδιᾶς πάντων τῶν ἐμφύτως ὀρθοδόξων θρησκειῶν… Αὐτὴ ἀκριβῶς εἶναι ἡ “μόνη θρησκεία” ποὺ ὁ Frithjof Schuon ἀπεκάλεσε “ὑποκείμενη θρησκεία” ἢ “θρησκεία τῆς καρδιᾶς” (religio cordis), ἡ ὁποία ἀποτελεῖ τὴν καρδιὰ πάντων τῶν θρησκειῶν… [καὶ] τῆς ὁποίας ἡ φύση εἶναι οὐσιαστικὰ πέρα ἀπὸ τύπους, οἰκουμενική, ἢ πνευματική… Μὲ ἄλλα λόγια, ἡ “ὑποκείμενη θρησκεία” παραμένει ὑπερβατικὴ ὡς πρὸς τὶς θρησκεῖες, ἐνῶ παρὰ ταῦτα διατηρεῖ μία ζωοποιὸ παρουσία ἐντὸς αὐτῶν.»2
Ἑπομένως, γιὰ τὸν περεννιαλιστὴ φιλόσοφο, «ὁ Χριστιανισμός», ὅπως γράφει ὁ Clinton Minaar, «διαφέρει σαφέστατα ἀπὸ τὸ Ἰσλὰμ ἢ τὸν Βουδισμὸ ὡς πρὸς τὸν τύπο, εἶναι ὅμως ἕνα μὲ αὐτοὺς ὡς οὐσία (ἢ ὡς διηνεκὴς φιλοσοφία).»3
Ἀμέσως γίνεται φανερὸ τί δυνατότητες παρέχει αὐτὴ ἡ θεώρηση τῶν θρησκειῶν γιὰ τὴν «ἑνότητα» τῆς ἀνθρωπότητας ἀλλὰ καὶ τί περιμένει ὅσους θὰ ἀρνηθοῦν αὐτὴν τὴν «ἑνότητα» καὶ θὰ ἐπιμένουν νὰ παραμένουν μὲ τὸν Ἔνσαρκο Χριστό. Ἀλλὰ προτρέχω [τοῦ ἑαυτοῦ μου].
Εἶναι ὑψίστης σημασίας νὰ κατανοήσουμε τὴν περεννιαλιστικὴ θεώρηση τῶν πραγμάτων οὔτως ὥστε νὰ εἴμαστε σὲ θέση νὰ τὴν ἐντοπίζουμε καὶ νὰ τὴν διακρίνουμε ὅταν προωθεῖται ἀκόμη καὶ μεταξὺ ἀνθρώπων ἐντὸς τῆς Ἐκκλησίας. Ἴσως νὰ γίνει καλύτερα κατανοητὴ μὲ ἕνα σχεδιάγραμμα.
Φανταστεῖτε τὴν εἰκόνα ἑνὸς κύκλου μὲ τὸ Ἀπόλυτο στὸ κέντρο (αὐτὸς εἶναι ὁ ἐσωτερικὸς τομέας — μυστικισμός, γνῶσις, ἕνωσις), μὲ μερικὲς ἀκτῖνες νὰ ἐκπορεύονται πρὸς τὰ ἔξω, πρὸς τὴν περιφέρεια, οἱ ὁποῖες ἀκτῖνες εἶναι οἱ διάφορες ἀποκαλύψεις τοῦ Θεοῦ, καὶ μὲ μονοπάτια ποὺ ὁδηγοῦν πίσω σ᾽ Αὐτόν, στὸν ὁποῖον ἑνώνονται ὑπερβάτικα. Οἱ θρησκεῖες, ἄν καὶ ἑνωμένες στὸ κέντρο, βρίσκονται στὴν ἄκρη τῆς περιφέρειας, ξεχωριστὴ καὶ ἀπόμακρη ἡ κάθε μιὰ ἀπὸ τὴν ἄλλη (αὐτὸς εἶναι ὁ ἐξωτερικὸς τομέας — τύποι, δόγματα, τελετές).
Ἀπὸ αὐτὸ τὸ σχεδιάγραμμα καταλαβαίνει κανεὶς πόσο κεντρικὸ στὴν περεννιαλιστικὴ θεωρία εἶναι τὸ ζήτημα τῆς ἐξωτερικῆς καὶ ἐξωτερικῆς φανέρωσης τοῦ ἐσωτερισμοῦ καὶ ἐξωτερισμοῦ τῆς κάθε θρησκείας. Τὸ περεννιαλιστικὸ δόγμα διδάσκει πὼς κάθε θρησκεία ἔχει μία ἐπίσημη, θεσμικὴ διάσταση, ἡ ὁποία εἶναι ἡ ἐξωτερικὴ διάσταση ἐκείνης τῆς θρησκείας, ὅπου διαφέρει ῥιζικὰ ἀπὸ τὶς ἄλλες, καὶ ἐπίσης πὼς κάθε θρησκεία ἔχει μία ἐσωτερικὴ διάσταση, ἡ ὁποία βρίσκεται στὶς πνευματικὲς μεθόδους τῶν θρησκειῶν, ὅπου ἀπ᾽ ὅ,τι φαίνεται πλησιάζουν περισσότερο ἡ μία τὴν ἄλλη καὶ μποροῦν νὰ φτάσουν ἀκόμη καὶ στὸ σημεῖο τῆς ταυτότητας. Θὰ ἐξετάσουμε αὐτὴν τὴν ἰδέα παρακάτω, ἀφοῦ πρῶτα παρουσιάσουμε ἄλλες πλευρὲς τῆς περεννιαλιστικῆς θεώρησης.
Ἡ περεννιαλιστικὴ θεώρηση τῆς θρησκείας βασίζεται στὴν ἀξιωματικὴ θεωρία πολλαπλῶν καὶ διαφόρων Ἀποκαλύψεων, «οἱ ὁποῖες “ἀποκρυσταλλώνουν” καὶ νὰ “ἐνεργοποιοῦν”, σὲ διαφόρους βαθμούς κατὰ περίπτωση, τὸν πυρήνα τῶν βεβαιοτήτων ὁ ὁποῖος…ἐνυπάρχει ἀιωνίως στὴν θεία Παντογνωσία».4
Ἀλλὰ αὐτὸ ἀναπόφευκτα μᾶς κάνει νὰ ἀναρωτηθοῦμε: γιὰ ποιὸν πειστικὸ λόγο νὰ ἐπιθυμεῖ ἄραγε ὁ Θεὸς πολλαπλὲς ἀποκαλύψεις τοῦ ἑαυτοῦ του, οἱ ὁποῖες νὰ εἶναι ἐμφανῶς ἀποκλίνουσες καὶ ὁλοφάνερα ἀντίθετες; Γιὰ τὸν Schuon, ὁ λόγος εἶναι ὅτι οἱ διαιρέσεις τῆς ἀνθρωπότητας τὸ ἀπαιτοῦν. Ἡ ἀνθρωπότητα «εἶναι διαιρεμένη σὲ διάφορους ξεχωριστοὺς κλάδους, ὁ καθένας τῶν ὁποίων ἔχει τὰ δικά του ἰδιάζοντα χαρακτηριστικά, ψυχολογικὰ καὶ μή, τὰ ὁποῖα καθορίζουν τὴν δεκτικότητά του πρὸς τὴν ἀλήθεια καὶ διαμορφώνουν τὴν ἀντίληψη ποὺ ἐχει τῆς πραγματικότητας».5 Σὲ αὐτοὺς τοὺς ποικίλους κλάδους λοιπόν, ὁ Θεὸς ἀπηύθυνε ποικίλες ἀποκαλύψεις, οἱ ὁποῖες διαμορφώθηκαν ἀπὸ τὶς ἰδιαιτερότητες κάθε ὁμαδοποίησης τῆς ἀνθρωπότητας:
«…Αὐτὸ ποὺ καθορίζει τὴς διαφορὲς τῶν τύπων τῆς Ἀληθείας εἶναι ἡ διαφορὰ τῶν ἀνθρωπίνων δοχείων. Γιὰ χιλιᾶδες χρόνια ἡ ἀνθρωπότητα ἔχει ἤδη χωριστεῖ σὲ πολλοὺς ῥιζικὰ διαφορετικοὺς κλάδους, οἱ ὁποῖοι ἀποτελοῦν ἰσάριθμες πλήρεις ἀνθρωπότητες, λίγο-πολὺ κλειστὲς στὸν ἑαυτό τους. Ἡ ὕπαρξη πνευματικῶν δοχείων τόσο διαφορετικῶν καὶ τόσο πρωτότυπων ἀπαιτεῖ διαφοροποιημένες διαθλάσεις τῆς μίας Ἀληθείας.»6
Ἑπομένως, οἱ περεννιαλιστὲς πιστεύουν πὼς ὁ Θεὸς ἔχει ἀναθέσει κάθε μία ἀπὸ τὶς «μεγάλες παγκόσμιες θρησκεῖες» σὲ συγκεκριμένο τομέα ἢ φυλὴ τῆς ἀνθρωπότητας, καὶ «ἡ κάθε μία εἶναι πλήρως ἀληθινὴ μὲ τὴν ἔννοια ὅτι παρέχει στοὺς πιστούς της ὅλα ὅσα χρειάζονται γιὰ νὰ φτάσουν τὴν ὕψιστη ἢ πιὸ ὁλοκληρωμένη ἀνθρώπινη κατάσταση».7 Ἰσλὰμ γιὰ τοὺς Ἄραβες, Ἱνδουισμό, Βουδισμὸ καὶ Ταοϊσμὸ γιὰ τοὺς λαοὺς τῆς Ἄπω Ἀνατολῆς, Χριστιανισμὸ γιὰ τοὺς λαοὺς τῆς Δύσης, Ἰουδαϊσμὸ γιὰ μία ἐκλογὴ Σημιτικῶν λαῶν, καὶ οὔτω καθεξῆς.
Ἡ ἰδέα ὅτι ὁ Θεὸς μοιράζει ἀποκαλύψεις τοῦ ἑαυτοῦ του κομμένες στὰ μέτρα τῶν ὑποκατηγοριῶν τῆς ἀνθρωπότητας, τόσο κρίσιμη γιὰ ὁλόκληρη τὴν περεννιαλιστικὴ θεώρηση, ἔρχεται σὲ πλήρη ἀντίθεση μὲ τὴν ξεκάθαρη μαρτυρία τῆς ἱστορίας τῆς σωτηρίας ποὺ ἀρχίζει ἀπὸ τὴν Ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, κατὰ τὴν ὁποία ἀνατράπηκε ἡ κατάρα τῆς Βαβὲλ καὶ ἐνεργοποιήθηκε ἐν Χριστῷ ἡ ἑνότητα ὅλων τῶν φυλῶν τῶν ἀνθρώπων. Ἐν Χριστῷ τὸ «μεσότοιχον» ξεπεράστηκε καὶ οἱ «πολλὲς… ἀνθρωπότητες» ἑνώθηκαν, μιᾶς καὶ ἔχουν ἀπὸ κοινοῦ τὴν μία ἀνθρώπινη φύση ποὺ ἀνέλαβε ὁ Χριστὸς καὶ ποὺ τώρα κάθεται στὰ δεξιὰ τοῦ Πατρός. Ὅπως γράφει ὁ πατὴρ Γεώργιος Φλωρόφσκυ,
Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ ἴδια ἡ πληρότητα· εἶναι ἡ συνέχιση καὶ ἐκπλήρωση τῆς θεανθρώπινης ἕνωσης. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ μεταμορφωμένη καὶ ἀναγεννημένη ἀνθρωπότητα. Ἡ ἔννοια αὐτῆς τῆς ἀναγεννήσεως καὶ μεταμορφώσεως εἶναι ὅτι ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ ἡ ἀνθρωπότητα γίνεται μία ἑνότητα, «ἐν ἑνὶ σώματι». Ἡ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἑνότητα καὶ ἕνωση. Τὸ σῶμα «συνυφαίνεται» καὶ «αὐξάνει» ἐν ἑνότητι Πνεύματος, ἐν ἑνότητι ἀγάπης. Ὁ χῶρος τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἑνότητα. Καὶ φυσικὰ αὐτὴ ἡ ἑνότητα δὲν εἶναι ἐξωτερικὴ ἑνότητα, ἀλλὰ ἐσωτερική, ἐνδόμυχη, ὀργανική. Εἶναι ἡ ἑνότητα τοῦ ζῶντος σώματος, ἡ ἑνότητα τοῦ ὀργανισμοῦ. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἑνότητα ὄχι ἁπλῶς μὲ τὴν ἔννοια ὅτι εἶναι μία καὶ μοναδική· εἶναι ἑνότητα πρωτίστως ἐπειδὴ ἡ ἴδια ἡ ὕπαρξή της συνίσταται ἀπὸ τὴν ἐπανένωση τῆς χωρισμένης καὶ διαιρεμένης ἀνθρωπότητας. Αὐτὴ ἡ ἑνότητα εἶναι ποὺ ἀποτελεῖ τὴν καθολικότητα τῆς Ἐκκλησίας. Μέσα στὴν Ἐκκλησία ἡ ἀνθρωπότητα περνάει σὲ ἄλλο πεδίο, εἰσέρχεται σὲ νέο τρόπο ὑπάρξεως.8
Ἐπιφανεῖς Ἐκκλησιαστικοὶ Ἠγέτες Ἐκφράζουν Περεννιαλισμό
Ἀπὸ τὰ τμήματα θρησκευτικῶν σπουδῶν μέχρι τὰ ὑπουργεῖα ἐξωτερικῶν, καὶ ὅλο καὶ περισσότερο στὰ τμήματα θεολογίας καὶ ἱεραρχίας, ἡ «ἀξιοπρέπεια» καὶ «ἀποδεκτότητα» τῆς Διηνεκοῦς Φιλοσοφίας τὴν ἔχει ἐν πολλοῖς καταστήσει κυρίαρχη πνευματικὴ φιλοσοφία τῶν ἡμερῶν μας. Διάσημοι λόγιοι ἢ ἔχουν ἐπηρεαστεῖ ἀπὸ αὐτὴν σὲ μεγάλο βαθμὸ ἢ ἔχουν προσχωρήσει στὶς τάξεις της· ὅλοι ἀπὸ τὸν Ken Wilber ὣς τὸν John Tavener ὣς τὸν Πρίγκηπα Καρολο, ἐκεῖνον τὸν φημισμένο προσκυνητὴ τοῦ Βατοπεδίου.
Τὴν ἄποψη ὅτι ὁ Θεὸς ἐπιθυμεῖ πολλαπλὲς ἀποκαλύψεις κάποτε μποροῦσες νὰ τὴν βρεῖς μόνο ἀναμεταξὺ τῶν λογίων τῶν ἀφιερωμένων στὴν Διηνεκὴ Φιλοσοφία· σήμερα τὴν μοιράζονται καὶ τὴν ἐκφράζουν οἱ ἀνώτατοι ἐκπροσώποι τοῦ Χριστιανισμοῦ καὶ τοῦ Ἰσλάμ. Τὸν Φεβρουάριο τοῦ 2019, ὁ Πάπας Φραγκίσκος καὶ ὁ Μεγάλος Ἰμάμης τοῦ Ἀλ-Ἀζὰρ Ἄχμεντ ἀλ Ταγιὲμπ συνυπέγραψαν τὸ Κείμενο περὶ Ἀνθρώπινης Ἀδελφοσύνης γιὰ Παγκόσμια Εἰρήνη καὶ Συμβίωση κατὰ τὴν διάρκεια παγκοσμίου συνεδρίου περὶ αὐτοῦ τοῦ θέματος στὸ Abu Dhabi. Σὲ αὐτὴν τὴν κοινὴ δήλωση διατυπώθηκε ἕνας μεγάς στῦλος τοῦ περεννιαλισμοῦ:
«Ἡ πολλαπλότητα καὶ ἡ ποικιλία θρησκειῶν, χρωμάτων, φύλων [ἀρσενικοῦ, θυληκοῦ], φυλῶν καὶ γλωσσῶν εἶναι σύμφωνη μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ μεσ᾽ στὴν σοφία του.»9
Ἡ ἐπίδραση τοῦ περεννιαλισμοῦ καθόλου δὲν περιορίζεται στοὺς ἀρχηγοὺς τῶν ἑτεροδόξων. Ὀρθόδοξοι ἱεράρχες ἔχουν ἐκφραστεῖ μὲ πανομοιότυπους ὅρους, οὐσιαστικὰ παραθέτοντας ἀπὸ τὰ ἔργα τοῦ Schuon καὶ τοῦ Coomaraswamy. Ὅπως δήλωσε καὶ ἕνας γνωστὸς Ἀρχιεπίσκοπος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου σὲ πρόσφατη διαθρησκειακὴ συνάντηση,
«Ὅταν ἀνυψώνεις μία θρησκεία πάνω ἀπὸ ὅλες τὶς ἄλλες, εἶναι σὰν νὰ ἀποφασίζεις ἐσὺ ὅτι ὑπάρχει μόνο ἕνα μονοπάτι ποὺ ὁδηγεῖ στὸ κορυφὴ τοῦ βουνοῦ. Ἡ ἀλήθεια ὅμως εἶναι ὅτι ἐσὺ ἁπλῶς δὲν μπορεῖς νὰ δεῖς τὶς μυριάδες τῶν μονοπατιῶν ποὺ ὁδηγοῦν στὸν ἴδιο προορισμό, ἐπειδὴ περιβάλλεσαι ἀπὸ κοτρόνες προκαταλήψεως ποὺ σοῦ ἀποκρύπτουν τὴν θέα.»10
Εἶναι δύσκολο νὰ συλλάβει κανεὶς δήλωση πιὸ σύμφωνη μὲ τὸν περεννιαλισμὸ καὶ μὲ τὸ πνεῦμα τῆς ἐποχῆς καὶ πιὸ ἀβάσιμη καὶ ἀταίριαστη μὲ τὸ φρόνημα τῶν Ἁγίων τοῦ Θεοῦ, τῶν ἀληθινῶν μύστων τῆς ζωῆς τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ἡ ἰσότητα τῶν θρησκειῶν καὶ ἡ ἐσωτερική τους ἑνότητα καὶ τὰ σωτηριώδη μονοπάτια ποὺ ὁδηγοῦν ἀπὸ τὸ ἐξωτερικὸ στὸ ἀπόλυτο (σήματα κατατεθέντα τοῦ περεννιαλισμοῦ) εἶναι ὅλα παρόντα. Αὐτὸ ὅμως ποὺ παρουσιάζει ἀκόμη μεγαλύτερο ἐνδιαφέρον γιὰ ἑμᾶς εἶναι ἡ ταύτιση τῆς πιστότητας στὸν Χριστὸ, ὡς τὴν μόνη Ὁδὸ πρὸς τὸν Πατέρα, μὲ τὴν μισαλλοδοξία καὶ τὴν προκατάληψη. Αὐτὸ θυμίζει τὶς κρίσεις δύο γνωστῶν Ὀρθοδόξων ἀπολογητῶν, τὴν ἀπάντηση τοῦ πατρὸς Ἰωάννη Ῥωμανίδη στὴν συμφωνία τοῦ Μπαλαμάντ καὶ τὴν πρόῤῥηση τοῦ πατρὸς Δανιὴλ Συσόγιεφ γιὰ τὸ μέλλον τῆς Ὀρθόδοξης ἰεραποστολῆς καὶ διωγμοῦ.
Ὅταν οἱ Ὀρθόδοξοι στὸ Μπαλαμὰντ εἶχαν πέσει σὲ πλάνη καὶ ἐπεξέτειναν πλήρη ἀναγνώριση τῶν μυστηρίων τῶν Λατίνων, ὁ πατὴρ Ἰωάννης διορατικὰ συνειδητοποίησε ὅτι ἀπὸ ἐδὼ καὶ στὸ ἑξῆς ἡ μόνη εὔλογη ἐξήγηση γιὰ τὴν συνεχιζόμενη ἄρνηση τῶν Ὀρθοδόξων νὰ συγκοινωνοῦν καὶ νὰ συλλειτουργοῦν θὰ ἦταν ἡ μισαλλοδοξία.
Ἀκόμη πιὸ εὔστοχες ἦταν οἱ παρατηρήσεις τοῦ πατρὸς Δανιήλ. Ὁ πατὴρ Δανιὴλ ἦταν μέγας ἱεραπόστολος καὶ ἡ ἐμπειρία του κηρύττοντας καὶ διδάσκοντας τὴν πίστη σὲ πολλοὺς ἑτεροδόξους, συμπεριλαμβανομένων καὶ ἄνω τῶν ὀγδόντα μουσουλμάνων ποὺ ἀσπάστηκαν τὴν Ὀρθοδοξία χάρη στὸ ἔργο του, τὸν ἔκανε νὰ δεῖ καθαρὰ τὴν φύση τοῦ διωγμοῦ ποὺ πλησιάζει. Ἡ πρόκληση ποὺ ἔρχεται δὲν θὰ εἶναι γιὰ τοὺς χριστιανοὺς νὰ ἀρνηθοῦν τὴν Θεότητα τοῦ Χριστοῦ στὰ ἴσια. Θὰ τοὺς ἀπαιτηθεῖ ὅμως νὰ ἀποδεχθοῦν τὶς μὴ χριστιανικὲς θρησκεῖες ὡς ἐξίσου σωτήρια μονοπάτια πρὸς τὸν Ἕνα Θεό. Οἱ χριστιανοὶ θὰ διαιρεθοῦν: ὅσοι θὰ ἀποδεχθοῦν αὐτὴν τὴν πρόταση θὰ ἑνωθοῦν κατ᾽ αὐτὸν τὸν τρόπο μὲ τὶς θρησκεῖες, ἐνῷ ὅσοι ἀρνηθοῦν θὰ διωχθοῦν ὡς μισαλλόδοξοι καὶ ἐπικίνδυνοι γιὰ τὴν κοινωνικὴ εἰρήνη καὶ ἀσφάλεια.
Σύντομη Ὀρθόδοξη Ἀνάλυση τῆς Περεννιαλιστικῆς Θεώρησης
Τί νὰ πεῖ κανεὶς, στὸν περιορισμένο χρόνο ποὺ μᾶς δίνεται, γιὰ τὴν περεννιαλιστικὴ θεώρηση; Κατ᾽ ἀρχάς, ὅσον ἀφορᾶ τὸ ζήτημα τῆς γνώσεως, τὴν γνωσιολογία, παρατηροῦμε ὅτι, ὰν καὶ θεωρητικὰ οἱ ἐσωτερικὲς γνώσεις ὀφείλουν νὰ ἀποκτῶνται a posteriori, ἐκ τῶν ὑστέρων, ὑποτίθενται a priori, ἐκ τῶν πρωτέρων. Αὐτὸ ποὺ εἶναι οὐσιαστικὰ καθαρή, διανοητικὴ εἰκασία ἐκ μέρους τοῦ συγγραφέως (ἀφοῦ δὲν μπορεῖ, ἐξ ὁρισμοῦ, νὰ ἔχει προσωπικὴ ἐμπειρία κάθε θρησκείας), ἐκτίθεται μὲ ἐξαιρετικὴ ἀλλὰ ἀδικαιολόγητη πεποίθηση (ὑπερηφάνεια, ἔπαρση). Ἐπίσης, οἱ θρησκευτικὲς ἀντιλήψεις ποὺ ἐκπροσωποῦν οἱ περεννιαλιστὲς εἶναι σχεδὸν ἀποκλειστικὰ μὴ Χριστιανικὲς καὶ εἰδικὰ μὴ Ὀρθόδοξες. Αὐτὸ δὲν τοὺς ἀποτρέπει ἀπὸ τὸ νὰ διαβεβαιώνουν τοὺς ἀναγνῶστες τοὺς ὅτι οὔσιαστικά, ἔσωτερικά, ὁ τρόπος προσευχῆς, καθάρσεως καὶ κοινωνίας εἶναι πραγματικὰ πολὺ παρόμοια ἢ καὶ πανομοιότυπα κατὰ μῆκος τοῦ θρησκευτικοῦ τοπίου. Εἶναι ἄκρως βολικὸ γιὰ τοὺς περεννιαλιστὲς τὸ ὅτι ἡ «ἑνότητα τῶν θρησκειῶν» βρίσκεται πέραν τοῦ διαχωριστικοῦ τείχους μεταξὺ ἐσωτερικοῦ καὶ ἐξωτερικοῦ καὶ ἑπομένως ἀποτελεῖ μία πραγματικότητα ποὺ ποτέ δὲν μπορεῖ ἐμπειρικὰ νὰ ἐπιβεβαιωθεῖ, μιᾶς καὶ ὁ κάθε πιστὸς ἀναγκαστικὰ παραμένει ἐντὸς τῆς δικῆς του θρησκευτικῆς παράδοσης. Τελικὰ λοιπὸν εἶναι θέμα ἐμπιστοσύνης στοὺς περεννιαλιστὲς «διδασκάλους» καὶ παρατηρεῖται ὅτι ἀκόμη καὶ διάσημοι προσήλυτοι στὴν Ὀρθοδοξία διατηροῦν ἀρκετὴ ἐμπιστοσύνη σ᾽ αὐτούς, τόση ὥστε βλέπουν τὴν Ὀρθοδοξία μέσα ἀπὸ τὸ πρίσμα τοῦ περεννιαλισμοῦ καὶ ὄχι τὸ ἀντίστροφο.
Ὀφείλουμε ὡστόσο νὰ ῥωτήσουμε: εἶναι κὰν ἔγκυρη αὐτὴ ἡ ὀξεία ἀντίθεση ἐξωτερικοῦ καὶ ἐσωτερικοῦ; Ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Πατερικὴ Παράδοση καὶ ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ ἔχουμε καμμία βάση γιὰ μία τέτοια ὀξεία διαφοροποίηση μεταξὺ τῶν τύπων καὶ τοῦ Πνεύματος; Ὁ Ὀρθόδοξος ῥεαλισμὸς δὲν μᾶς ἐπιτρέπει νὰ διαχωρίσουμε τὴν Σάρκα ποὺ ἐνδύθηκε ὁ Λόγος ἀπὸ τὸ Πνεῦμα ποὺ ἀπέστειλε ὁ Λόγος καὶ τὸ ὁποῖο κατέρχεται ἐπὶ τῶν τύπων τοῦ ἄρτου καὶ τοῦ οἴνου, μεταμορφώνοντάς τα στὸ Σῶμα καὶ στὸ Αἷμα ποὺ βρίσκονται αὐτὴν τὴν στιγμὴ στὰ δεξιά τοῦ Πατρός. Πράμγατι, ἡ μεταμόρφωση αὐτῶν τῶν ἐξωτερικῶν τύπων ὑπὸ τοῦ Πνεύματος σὲ Ζωὴ Αἰώνιο λαμβάνει χώρα πέραν τοῦ διαχωριστικοῦ τείχους μεταξὺ ἐσωτερικοῦ καὶ ἐξωτερικοῦ, ὅπου ἑμεῖς ἀνεβαίνουμε ὅσω ἀκόμη εἴμαστε ἐν σαρκί. Αὐτὴ ἀκριβῶς ἡ «σκανδαλώδης» ἰδιαιτερότητα τῆς Ἐνσαρκώσεως καὶ τῆς Αἰωνίου Ταυτότητας τοῦ Λόγου μὲ τὴν Σάρκα ποὺ προσέλαβε εἶναι «πρόσκομμα» γιὰ τὶς θρησκεῖες τοῦ κόσμου καὶ θέτει τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ ξέχωρα ὡς ἐπὶ γῆς Οὐρανὸ καὶ οὐδαμῶς θρησκεῖα. Στὸ Πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ τὸ ἔσωτερικὸ Ἀπόλυτο ἐφανερώθη μὲ ἐξωτερικὴ μορφὴ, ἀφοῦ «Θεὸς ἐφανερώθη ἐν σαρκί» (Α´ Τιμ. 3,16), «ὁ ἑωρακὼς [τὸν Χριστὸν] ἑώρακε τὸν πατέρα» (Ἰω. 14,9) καὶ «δι᾿ αὐτοῦ ἔχομεν τὴν προσαγωγὴν… ἐν ἑνὶ πνεύματι πρὸς τὸν πατέρα» (Ἐφ. 2,18).
Δὲν ἔχουμε αὐτόπτες μάρτυρες τοῦ Λόγου ποὺ νὰ πιστοποιοῦν τὴν ὕπαρξή του μὲ τὴν μορφὴ ἑνὸς βιβλίου, πόσῳ μᾶλλον του Κορανίου, ἀλλὰ μᾶλλον Αὐτός, «ἐν μορφῇ Θεοῦ ὑπάρχων οὐχ ἁρπαγμὸν ἡγήσατο τὸ εἶναι ἴσα Θεῷ, ἀλλ᾿ ἑαυτὸν ἐκένωσε μορφὴν δούλου λαβών, ἐν ὁμοιώματι ἀνθρώπων γενόμενος» (Φιλ. 2,6). Ἀντίθετα πρὸς τὶς θεωρίες τῶν περεννιαλιστῶν, ἡ ἐμπειρία τῶν θρησκειῶν, εἰδικὰ τοῦ Ἰσλάμ, δὲν εἶναι ὲμπειρία ἑνὸς κενωτικοῦ Θεοὺ, ο οποίος «σχήματι εὑρεθεὶς ὡς ἄνθρωπος ἐταπείνωσεν ἑαυτὸν γενόμενος ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δὲ σταυροῦ» (Φιλ. 2,8). Ἐπίσης, ἀντίθετα πρὸς τὴν περεννιαλιστικὴ ἰδέα τῆς οἰκονομίας της εν Χριστώ σωτηρίας περιορισμένης σὲ ἕναν τομέα τῆς ἀνθρωπότητας καὶ στὸν περιορισμὸ τοῦ ὀνόματος τοῦ Ἔνσαρκου Λόγου στὴν «ἐξωτερικὴ» σφαίρα, ἀκόμη καὶ σὲ ἕνα μόνο μέρος του, ἑμεῖς κηρύττουμε Χριστὸ Ἐσταυρωμένο, τὸν ὁποῖο «καὶ ὁ Θεὸς αὐτὸν ὑπερύψωσε καὶ ἐχαρίσατο αὐτῷ ὄνομα τὸ ὑπὲρ πᾶν ὄνομα, ἵνα ἐν τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ πᾶν γόνυ κάμψῃ ἐπουρανίων καὶ ἐπιγείων καὶ καταχθονίων, καὶ πᾶσα γλῶσσα ἐξομολογήσηται ὅτι Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς εἰς δόξαν Θεοῦ πατρός» (Φιλ. 2,9-11).
Στὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, στὴν Ἐκκλησία, ἔχουμε τὴν ἑνότητα γῆς καὶ οὐρανῶν, χρόνου καὶ αἰωνιότητας, τῆς πηγῆς τῆς Ἀποκαλύψεως καὶ τῆς φανερωμένης Ἀληθείας, τοῦ ἀπολύτου καῖ τοῦ πεπερασμένου. Μιᾶς καὶ ὁ Λόγος ἔγινε καὶ παρέμεινε σάρξ, ὁ «ἐξωτερικὸς» Προσωπικὸς τρόπος ὑπάρξεως τοῦ Θεοῦ εἶναι ταυτόχρονα καὶ ὁ «ἐσωτερικὸς» «ἀνώτερος τρόπος ὑπάρξεως» τοῦ Θεοῦ. Ὁ Λόγος ποὺ ἔγινε σάρκα καὶ κάθεται στὰ δεξιὰ τοῦ Πατρὸς ῆλθε, καὶ θὰ ξαναέλθει, γιὰ νὰ κρίνει ὅλους τοὺς ἀνθρώπους καὶ ὄχι μόνο ἕναν τομέα τῆς ἀνθρωπότητας, ὄχι βάσει κάποιου ἐσωτερικοῦ, μυστικοῦ, κρυμμένου πνευματικοῦ νόμου ἀλλὰ βάσει τῶν Ἐντολῶν του, οἱ ὁποῖες δόθηκαν γιὰ νὰ ζοῦν ὅλοι σύμφωνα μὲ αὐτὲς καὶ ἐν αὐταῖς, διότι ἀποτελοῦν ὄχι κτιστοὺς τύπους ἀλλὰ ἄκτιστες θεῖες ἐνέργειες.
Γιὰ ποιὸν λόγο σηματοδοτεῖ ἡ ἄνοδος τοῦ περεννιαλισμοῦ τὸ τέλος τοῦ Οἰκουμενισμοῦ;
Θὰ πρέπει νὰ ἔχει ἤδη καταστεῖ σαφὲς ὅτι μὲ τὸν περεννιαλισμὸ δὲν ἔχουμε οἰκουμενισμὸ κατὰ τὴν συνηθισμένη, κοινή του σημασία, ἀφοῦ ἡ ἑνότητα περὶ τῆς ὁποίας μιλοῦν αὐτοὶ οἱ φιλόσοφοι ὑφίσταται μόνο στὸ ὑπερβατικὸ πεδίο — στὸ πεδίο τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ ἴδιος Ὑπερβατικὴ Ἑνότητα. Δὲν ἐργάζονται λοιπὸν γιὰ μία φανερὴ ἑνότητα ἐν ἀληθείᾳ, ὅπως ἐργάζεται [τάχα] ὁ σύγχρονος οἰκουμενισμός, γιὰ τὸν ἁπλούστατο λόγο ὅτι ἤδη ἀναγνωρίζουν αὐτὴν τὴν ἑνότητα ὡς ὑπάρχουσα στὸ ἐσωτερικό, ὑπερβατικὸ πεδίο καὶ δὲν ἔχουν καμμία ἐπιθυμία γιὰ ἑνότητα στὸ φανερό, ἐξωτερικό, ἐγκόσμιο πεδίο.
Ἡ προσπάθεια νὰ ἐπιτευχθεῖ τὸ ἀδύνατο, νὰ δημιουργηθεῖ δηλαδὴ ἕνα ὡραῖο μωσαϊκὸ τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὰ πολλὰ καὶ θρυμματισμένα κομμάτια τοῦ Προτεσταντισμοῦ σύντομα θὰ ἐγκαταλειφθεῖ ὁριστικά. Τὸ τέλος τοῦ οἰκουμενισμοῦ ὅπως τὸν ξέραμε πλησιάζει. Ἡ «ἑνότητα» ποὺ ζητᾶ ὁ κόσμος θὰ βρεθεῖ στὴν ὑπερβατικὴ ἑνότητα τῶν θρησκειῶν ποὺ προσφέρει ὁ περεννιαλισμός.
Καὶ αὐτὴ ἡ ἑνότητα θὰ βιωθεῖ ὡς ἕνας δεινὸς πειρασμός, ὁ ὁποῖος θὰ ἐπισκεφτεῖ τὴν Ἐκκλησία παγκοσμίως· θὰ ξεθωριάσει, γιὰ νὰ παραμερίσει, τὸ Θεανθρώπινο πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστού καὶ τοῦ Σώματός του, τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτὸς ὁ πειρασμὸς θὰ εἶναι ὁ τελευταῖος τῆς ἱστορίας. Ἔχει προφητευτεῖ ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Χριστὸ στὸ βιβλίο τῆς Ἀποκαλύψεως. Λέγει: «Ὅτι ἐτήρησας τὸν λόγον τῆς ὑπομονῆς μου, κἀγώ σε τηρήσω ἐκ τῆς ὥρας τοῦ πειρασμοῦ, τῆς μελλούσης ἔρχεσθαι ἐπὶ τῆς οἰκουμένης ὅλης, πειράσαι τοὺς κατοικοῦντας ἐπὶ τῆς γῆς» (Ἀπ. 3,10). Ὅπως μᾶς λέει ὁ μεγάλος γέροντας Ἀθανάσιος Μυτιληναῖος, «ὁ πειρασμὸς αὐτός, ἀφοῦ θὰ καλύπτει ὁλόκληρη τὴν οἰκουμένη, δὲν θὰ εἶναι παρὰ ἡ μεγάλη νοθεία τῆς πίστεως εἰς τὸ θεανθρώπινο πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ».
Ἀποκαλυπτικὰ γεγονότα ἀνατέλλουν στὸν ὁρίζοντα. Ὅπως ἀκριβῶς ἡ ἐσχάτη γενιὰ τῶν ἀνθρώπων θὰ κραυγάσει γιὰ εἰρήνη καὶ ἀσφάλεια ἀκριβῶς ἐπειδὴ δὲν θὰ τὴν ἔχουν (καὶ τότε θὰ πέσει ἡ μάχαιρα), οἱ ἄνθρωποι ποὺ τώρα κραυγάζουν γιὰ ἑνότητα καὶ μάλιστα παγκόσμια ἑνότητα (ἀκριβῶς ἐπειδὴ δὲν τὴν ἔχουν) θὰ τὴν βροῦνε στὸν περεννιαλισμό, ὁ ὁποῖος τοὺς δίνει αὐτὴν τὴν ἑνότητα σχέδον χωρὶς κόπο (χωρὶς τὸν Σταυρὸ καὶ τὴν σταύρωση τοῦ νοός). Ὅπως τὸν κομμουνισμό, ὁ ὁποῖος δὲν μποροῦσε νὰ ἰκανοποιήσει τὴν λαχτάρα τῶν ἀνθρώπων λόγῳ τοῦ ἀρνητικοῦ, καταπιεστικοῦ προσανατολισμοῦ του, ὁ συγκρητιστικὸς οἰκουμενισμὸς τῆς νεωτερικότητας δὲν ἰκανοποιεῖ τὴν λαχτάρα τῶν ἀνθρώπων γιὰ μία βαθύτερη, μυστικὴ ἑνότητα τοῦ κάθε ἀνθρώπου καὶ τῆς καθόλου ἀνθρωπότητας. Ἡ ἀνθρωπότητα θὰ ἀπαιτήσει μιὰ γερή, παραδοσιακὴ καὶ οἰκουμενικὰ ἀποδεκτὴ ἐξήγηση (ἐλκυστικὴ πρὸς τοὺς ἀσιᾶτες) ὡς πρὸς τὸ πῶς ἡ θρησκεία δὲν διαιρεῖ ἀλλὰ ἑνώνει τὴν ἀνθρωπότητα. Ὁ περεννιαλισμὸς εἶναι σὲ θέση νὰ γίνει ἡ θεωρητικὴ βάση πολλῶν χριστιανῶν (ἀκόμη καὶ «ὀρθοδόξων») γιὰ τὴν οὐσιαστική, ἂν καὶ ὑπερβατικὴ καὶ ἐσωτερική, ἑνότητα τῶν θρησκειῶν ὑπὸ τοῦ Ἀντιχρίστου.
Ἐπιτέλους τὸ ἐκκρεμὲς σταμάτησε τὴν ταλάντευσή του, μιᾶς καὶ φτάσαμε στὴν δωδεκάτη ὥρα τῆς ἱστορίας, τὴν καρδιὰ τῆς νύχτας τοῦ κόσμου τούτου, ὁπότε μαθητὲς κοιμοῦνται καὶ προδίδουν προδότες καὶ ὁ Ἔνσαρκος Χριστὸς, ὁ Ἐσταυρωμένος, παραμερίζεται γιὰ χάρη ἑνὸς Σωτῆρος ἄνευ σταυροῦ.