Ἐρώτηση: Πῶς πρέπει νὰ ἐνεργοῦν οἱ χριστιανοὶ σὲ καιρὸ πολέμου; ...

Ἐρώτηση:

Σεβαστοὶ πατέρες χαίρετε!

Σᾶς παρακαλῶ πολὺ νὰ μοῦ ἀπαντήσετε πῶς πρέπει νὰ ἐνεργοῦν οἱ χριστιανοὶ σὲ καιρὸ πολέμου. Παίρνουν ὅπλα καὶ σκοτώνουν προκειμένου νὰ ἀγωνιστοῦν ὑπὲρ τῆς πίστεως τῆς πατρίδος καὶ τῆς οἰκογένειάς τους ἢ μήπως ἁπλὰ προσεύχονται καὶ δέχονται ἀκόμα καὶ τὴν ἀφαίρεση τῆς ζωῆς τους ἀπὸ τοὺς ἐχθροὺς προκείμενου νὰ μὴν σκοτώσουν ;

Δὲν θὰ ἤθελα προσωπικὴ ἄποψη ἀλλὰ μία ἀπάντηση ποὺ νὰ βασίζεται σὲ λόγο τοῦ Εὐαγγελίου , σᾶς παρακαλῶ. Εὐχαριστῶ θερμά!


 

Ἀπάντηση:

Τὸ πρῶτο παράδειγμα στρατιωτικῆς ὑπηρεσίας βρίσκεται στὴ θεόπνευστη καί ἀποδεκτή ἀπό τήν Ἐκκλησία μας Παλαιὰ Διαθήκη (Γένεση,κεφ. 14), ὅταν ὁ ἀνηψιὸς τοῦ Ἀβραὰμ, ὁ Λὼτ, ἀπήχθη ἀπὸ τὸν Χοδολλογομέρ, βασιλιὰ τῆς Αἰλάμ, καὶ τοὺς συμμάχους του. Ὁ Ἀβραὰμ ἔσπευσε σὲ βοήθεια τοῦ Λὼτ συγκεντρώνοντας 318 ἐκπαιδευμένους ἄντρες ἀπὸ τοὺς δούλους του καὶ νίκησε τὶς ξένες δυνάμεις.

Ἀργότερα στὴν ἱστορία, τὸ ἔθνος τοῦ Ἰσραὴλ ἀνέπτυξε μόνιμο στρατό. Ἡ αἴσθηση ὅτι ὁ Θεὸς ἦταν ὁ Πολεμιστὴς ποὺ προστάτευε τὸ λαὸ Του ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὴ στρατιωτική τους δύναμη ἴσως ἦταν ἕνας λόγος ποὺ ὁ Ἰσραὴλ ἦταν ἀργὸς στὸ νὰ συγκεντρώνει στρατό. Ἡ συγκέντρωση ἑνὸς μονίμου κανονικοῦ στρατοῦ στὸ Ἰσραὴλ ἦρθε μόνο ὕστερα ἀπὸ τὴν ἀνάπτυξη ἑνὸς δυνατοῦ πολιτικοῦ συστήματος ἀπὸ τὸν Σαούλ, τὸ Δαβὶδ καὶ τὸν Σολομώντα. Ὁ Σαοὺλ ἦταν ὁ πρῶτος ποὺ εἶχε μόνιμο στρατὸ (Α' Σαμουὴλ 13:2, 24:2, 26:2). Ὡστόσο, ὁ στρατὸς ἔπρεπε νὰ ὑποστηρίζεται μὲ τροφὴ καὶ ἄλλες προμήθειες ἀπὸ τὰ σπίτια τῶν στρατιωτῶν (Α' Σαμουὴλ 17:17-19).

Αὐτὸ ποὺ ἄρχισε ὁ Σαούλ, τὸ συνέχισε ὁ Δαβίδ. Αὔξησε τὸ στρατό, ἔφερε μισθωτοὺς στρατιῶτες ἀπὸ ἄλλες περιοχὲς ποὺ τοῦ ἦταν πιστοὶ (Β' Σαμουὴλ 15:19-22), καὶ ἀνέθεσε τὴν ἡγεσία τοῦ στρατοῦ του σὲ ἀρχιστράτηγο (τὸν Ἰωάβ). Κάτω ἀπὸ τὴν ἡγεσία τοῦ Δαβὶδ τὸ Ἰσραὴλ ἔγινε πιὸ ἐπιθετικὸ στὴ στρατιωτικὴ πολιτική του, ἀπορροφώντας τὶς γειτονικὲς χῶρες ὅπως τοὺς Ἀμμωνίτες (Β' Σαμουὴλ 11:1, Α' Χρονικῶν 20:1-3). Ὁ Δαβὶδ ἵδρυσε ἕνα σύστημα μὲ ἐναλλασσόμενους στρατιῶτες σέ 12 ὁμάδες 24 ἀντρῶν ποὺ ὑπηρετοῦσαν ἕνα μήνα τὸ χρόνο (Α' Χρονικῶν 27). Παρ' ὅλο ποὺ ἡ βασιλεία τοῦ Σολομώντα ἦταν εἰρηνική, αὐτὸς ἐπέκτεινε ἀκόμα περισσότερο τὸ στρατό του, προσθέτοντας ἅρματα καὶ ἁρματηλάτες (Α' Βασιλέων 10:26). Ὁ μόνιμος στρατὸς συνέχιζε (παρ' ὅλη τή διαίρεση τοῦ βασιλείου μετὰ τὸ θάνατο τοῦ Σολομώντα) ἕως τὸ 586 π.Χ., ὅταν ὁ Ἰσραὴλ ἔπαψε νὰ ὑπάρχει σὰν πολιτικὴ ὀντότητα.

Στήν Καινή Διαθήκη μπορεῖ ἀπό τή μιά νά διδάσκει ὁ Χριστός "ὅποιος σέ ραπίσει στό δεξί μάγουλο, στρέψε σ᾿ αὐτόν καί τό ἄλλο", ἀλλά ὅταν ὁ Ἴδιος ραπίσθηκε στό δικαστήριο ἀπό ἕναν δοῦλο, ζήτησε τό δίκαιό Του, χωρίς νά γυρίσει ἀπό τήν ἄλλη μεριά. Δηλαδή ὁ Χριστιανός δέν εἶναι καρπαζοεισπράκτορας ἀλλά πάντα πρέπει νά διακρίνει τήν κάθε περίπτωση καί ὅποτε χρειάζεται νά ἀντιδρᾶ εἴτε μέ τό λόγο εἴτε μέ τήν πράξη.

Ἀπό τή μιά μᾶς συμβουλεύει ὁ Χριστός "ἀγαπᾶτε τούς ἐχθρούς ὑμῶν", ἀπό τήν ἄλλη ὅμως δέν κατηγορεῖται μέσα στό Εὐαγγέλιο πουθενά τό ἐπάγγελμα τοῦ στρατιωτικοῦ, πού κατ᾿ ἐξοχήν ἔχει νά ἀντιμετωπίσει ἐχθρούς· ἀντιθέτως στό κατά Λουκᾶ 3:14 ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Βαπτιστής συμβουλεύει τούς στρατιωτικούς νά μή συκοφαντοῦν, νά μήν ἐκβιάζουν, νά ἀρκοῦνται στό μισθό τους.

Ὁ Ἰησοῦς ἐπίσης θαύμασε ὅταν ἕνας Ρωμαῖος ἑκατόνταρχος (ἀξιωματικὸς ἐπικεφαλῆς ἑκατὸ στρατιωτῶν) Τὸν πλησίασε. Ἡ ἀνταπόκριση τοῦ ἑκατόνταρχου στὸν Ἰησοῦ δήλωνε τὴν κατανόησή του γιὰ τὴν ἐξουσία, καθὼς καὶ τὴν πίστη του στὸν Ἰησοῦ (Κατὰ Ματθαῖον 8:5-13). Ὁ Ἰησοῦς δὲν κατήγγειλε τὸ ἐπάγγελμά του! Πολλοὶ ἑκατόνταρχοι ποὺ ἀναφέρονται στὴν Καινὴ Διαθήκη ἐπαινοῦνται σὰν Χριστιανοί, Θεοφοβούμενοι, καὶ ἄντρες καλοῦ χαρακτήρα (Κατὰ Ματθαῖον 8:5,8,13, 27:54, Κατὰ Μάρκον 15:39,44-45, Κατὰ Λουκᾶ 7:2,6, 23:47, Πράξεις 10:1,22, 21:32, 22:25-26, 23:17,23, 24:23, 27:1,6,11,31,43, 28:16).

Μήν ξεχνᾶμε ἐπίσης καί τούς κατ᾿ ἐξοχήν ἁγίους στρατιωτικούς-πρότυπα ἅγιο Γεώργιο καί ἅγιο Δημήτριο.

Ἀπό τή μιά γνωρίζουμε πώς ὁ Χριστιανός δέν ἔχει μιά συγκεκριμένη γήϊνη πατρίδα, ἀφοῦ ἐλπίζει στή σίγουρη πατρίδα τοῦ Παραδείσου, ἀπό τήν ἄλλη βλέπουμε τόν ἴδιο τόν Χριστό νά ὑπερεκχειλίζει ἀπό πατριωτικό πόνο γιά τήν Ἱερουσαλήμ ὅταν λέει ¨Ἱερουσαλήμ Ἱερουσαλήμ πού σκοτώνεις τούς προφῆτες...πολλές φορές θέλησα νά συγκεντρώσω τά παιδιά σου ὅπως ἡ ὄρνιθα τά κλωσόπουλά της κάτω ἀπό τά φτερά της καί δέν θελήσατε¨. Σίγουρα βέβαια ὅταν λέει Ἱερουσαλήμ ἐννοεῖ κυρίως τήν Ἐκκλησία, ἀλλά δέν μποροῦμε νά παραθεωρήσουμε καί τήν κυριολεκτική της σημασία ὡς πατρίδα τοῦ Χριστοῦ. Ἑπομένως μᾶς διδάσκει νά πονᾶμε καί νά γνοιαζόμαστε τήν πατρίδα μας. Δέν λέει βέβαια νά πάρουν ὅπλα σέ περίπτωση πού ἐλλοχεύει ἡ κατάργηση τῆς ἐλευθερίας, ἀλλά ἀπαντᾶ σέ ἐρώτηση τῶν Φαρισαίων ¨τά τοῦ Καίσαρος τῷ Καίσαρι¨. Αὐτό δέν σημαίνει ἔμμεσα, ὑπακοή στήν πατρίδα ὅταν σέ καλεῖ στήν ἐκτέλεση τῶν στρατιωτικῶν σου ὑποχρεώσεων;

Ἀπό τή μιά ¨Ὁ Θεός ἀγάπη ἐστί¨, ἀπό τήν ἄλλη ὁ Χριστός παίρνει πάλι ἀπό ἀγάπη τό φραγγέλιο γιά νά βγάλει ἔξω ἀπό τό ναό τοῦ Σολομῶντος τούς θεοκαπήλους γιά νά μή μετατραπεῖ ὁ ναός σέ οἶκο ἐμπορίου.Ἄν ἡ πατρίδα μας κινδυνεύει νά γίνει οἶκος τοῦ μουσουλμάνου Τούρκου ἤ τοῦ παπικοῦ Γερμανοῦ, δέν πρέπει νά πάρουμε φραγγέλιο, δηλ. ὅπλο; Δέν θά εἴμαστε συνυπεύθυνοι ἄν ἀλλαξοπιστήσουν τά παιδιά μας, οἱ συμπατριῶτες μας;

Τελικά τί θέλει ὁ Χριστός νά κάνουμε;

Εἶναι ἀνάγκη πρῶτα ἀπ᾿ὅλα νά ἐνεργοῦμε θεόπνευστα μέ τή χάρη τοῦ Ἀγίου Πνεύματος. Στή συνέχεια νά προσευχόμαστε καί νά θέτουμε στά χέρια τοῦ Θεοῦ τό κάθε πρόβλημα. Κατόπιν νά θυμόμαστε τά λόγια τοῦ ἱεροῦ Αὐγουστίνου ὁ ὁποῖος ἔλεγε ὅτι τό θέμα δέν εἶναι ἡ στρατιωτική ζωή ἤ ἡ ἄρνησή της, ἀλλά ἡ ἐνάρετη ἤ ἁμαρτωλή συμπεριφορά μας πού μᾶς κάνει ἀντιπάλους τοῦ Σωτήρα μας.

Ἑπομένως βλέποντας σφαιρικά τήν Ἁγία Γραφή παρατηροῦμε πώς δέν ὑπάρχουν ἀντιφάσεις στήν οὐσία. Ἀλλά ἁρμονία δύο ἀρετῶν τοῦ Χριστοῦ·τῆς ἀγάπης καί τῆς δικαιοσύνης·μέ κίνητρο τήν ἀγάπη ἐφαρμόζεται ἄλλες φορές ἡ συγχωρητικότητα καί ἡ μακροθυμία τοῦ Χριστοῦ, ὅπως στή σταύρωση, ἄλλες φορές ἡ δικαιοσύνη, ὅπως στήν παραβολή τῶν 10 παρθένων ὅπου οἱ πέντε λαμβάνουν μέρος στούς γάμους ἐπειδή φρόντισαν νά ἔχουν λάδι γιά τίς λαμπάδες τους, ἐνῶ οἱ ἄλλες πέντε δικαίως μένουν ἔξω τοῦ νυμφῶνος δηλ. ἔξω ἀπό τή Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, ἐπειδή οἱ ἴδιες δέν προνόησαν νά ἔχουν λάδι.Ὄχι ἐπειδή ὁ νυμφίος τίς ἔβγαλε.

Ὁ κάθε πόλεμος εἶναι συνέπεια τῆς ἀπουσίας τῆς ἀγάπης καί τῆς δικαιοσύνης τοῦ Χριστοῦ. Ἄρα ἡ εἰρήνη ἐπιτυγχάνεται μέ τήν ἀπόκτηση τῶν δύο παραπάνω ἀρετῶν· ἡ ἀπόκτηση αὐτή ὅμως προϋποθέτει κάθαρση καρδιᾶς ἀπό τά πάθη· ἡ κάθαρση ὅμως μέ τή σειρά της προϋποθέτει συνειδητοποίηση τῶν παθῶν πού ὁδηγεῖ στή μετάνοια καί τήν ἐξομολόγηση.Ἔτσι λοιπόν ὁ κάθε πόλεμος εἶναι συνέπεια τῆς δικῆς μας πνευματικῆς ἀποστασίας· δέν εἶναι δοσμένος ἀπό τόν Θεό.Ὁ Θεός ἐπιτρέπει ἀλλά δέν δίνει τούς πολέμους. Γι᾿ αὐτό καί ὁ πόλεμος ὀνομάζεται ¨ἀναγκαῖο κακό¨ ὑπό τήν ἔννοια τοῦ ἀναπόφευκτου τῆς συνεπείας ὅταν δέν προηγεῖται μετάνοια.

Κάθε πόλεμος ὡστόσο λειτουργεῖ παιδαγωγικά. Μᾶς κάνει νά προσευχόμαστε περισσότερο, νά μετανιώνουμε ἀληθινά, νά ἐκκλησιαζόμαστε συνειδητότερα.

Ἔτσι λοιπόν ἀπευθυνόμαστε καί ἐμεῖς στήν Παναγία μας λέγοντας ¨Σέ γάρ σκέπην καί προστάτιν καί βοηθόν, κεκτήμεθα βοῶντες σοι¨. Καί ἐκείνη βρίσκεται πάντα μέ τό μέρος τοῦ ἀδικημένου, τοῦ μετανοημένου, γι᾿ αὐτό καί μᾶς συμπαραστέκεται σέ κάθε ἀμυντικό πόλεμο.

Ἄρα ὁ Χριστιανός ἔχει τήν εὐλογία καί ἀπό τό Εὐαγγέλιο καί ἀπό ὅλη τήν Ἐκκλησία νά λαμβάνει μέρος κατ᾿ οἰκονομίαν σέ πολέμους, ὅταν αὐτοί εἶναι ἀμυντικοί, πρός ὑπεράσπιση τῆς πατρίδος του. Ἄν δέν τό κάνει αὐτό, τότε σέ τί διαφέρει ἀπό τούς Ἰεχωβάδες πού δέν παίρνουν ὅπλο; Σέ τί διαφέρει ἀπό αὐτούς πού πουλοῦν μέ τόν ἕνα ἤ τόν ἄλλο τρόπο τήν πατρίδα τους;
Ἱστορικὰ τὰ μέρη καὶ οἱ τίτλοι μπορεῖ νὰ ἔχουν ἀλλάξει, ἀλλὰ οἱ στρατευμένοι μας θὰ ἔπρεπε νὰ εἶναι τόσο συμπαθεῖς ὅσο καὶ οἱ ἑκατόνταρχοι τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Τὸ νὰ εἶσαι στρατιώτης ἦταν πολὺ σεβάσμιο. Γιὰ παράδειγμα, ὁ ἀπ.Παῦλος περιγράφει τὸν Ἐπαφρόδιτο, σὰν «συστρατιώτη» (Φιλιππησίους 2:25). Ἡ Ἁγία Γραφὴ ἐπίσης χρησιμοποιεῖ στρατιωτικοὺς ὅρους γιὰ νὰ περιγράψει πῶς νὰ εἴμαστε δυνατοὶ ἐν Κυρίῳ βάζοντας τὴν πανοπλία τοῦ Θεοῦ (Ἐφεσίους 6:10-20).

Ἑπομένως βεβαίως ἡ Ἁγία Γραφὴ μιλάει γιὰ τὴν στρατιωτικὴ ὑπηρεσία, εὐθέως καὶ ἀνεπιφύλακτα. Οἱ Χριστιανοὶ ἄντρες καὶ γυναῖκες ποὺ ὑπηρετοῦν τὴ χώρα τους μὲ χαρακτήρα, ἀξιοπρέπεια, καὶ τιμή, μποροῦν νὰ εἶναι βέβαιοι ὅτι τὸ καθῆκον ποὺ ἐκτελοῦν εἶναι σεβαστὸ ἀπὸ τὸν Κυρίαρχο Θεό μας. Αὐτοὶ ποὺ ὑπηρετοῦν στὸ στρατὸ ἀξίζουν τὸ σεβασμό μας καὶ τὶς εὐχαριστίες μας!

Ὡστόσο δέν ἀμφισβητεῖ κανείς θαυμαστές ἐξαιρέσεις θεϊκῶν ἐπεμβάσεων ὅπου πράγματι ἅγιοι ἄνθρωποι μέ τήν προσευχή τους πρός τόν Χριστό, τήν Παναγία ἤ τούς ἁγίους ἀκινητοποίησαν, κοκκάλωσαν μοχθηρούς ἀνθρώπους πού ἑτοιμάζονταν νά διαπράξουν ἐγκληματικές πράξεις. Αὐτό δέν ἀναιρεῖ τά παραπάνω.