AlexanderFlag1

ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΟΡΙΑ ΕΘΝΩΝ;

pKyrillosKwstΤου Αρχιμ. ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ,
ιεροκήρυκος I. Μ. Πατρών, Δρος Θεολογίας

Ο Ορθόδοξος Έλληνας, ως οικουμενικός-καθολικός, μπορεί να υπερηφανεύεται για την πατρίδα του; Μπορεί να διατείνεται ότι είναι Έλληνας Ορθόδοξος, ότι ζει στο Ελληνικό Έθνος;

Είναι ένα ερώτημα που βγαίνει από τα χείλη πολλών Ορθοδόξων Ελλήνων.

Η ύπαρξη αυτού του ερωτήματος φανερώνει αφενός μεν άγνοια του θελήματος Του Θεού, αφετέρου όχι σωστή ελληνική παιδεία.

Ενώ εμείς οι Έλληνες γίναμε φανατικοί αμερικανόφιλοι, γερμανόφιλοι, γαλλόφιλοι, αγγλόφιλοι, ρωσόφιλοι, χάσαμε τη φιλία μας με την πατρίδα μας. Αν σκεφτούμε και τον πιθηκισμό μας στο να ευρωπαΐζουμε, τότε κατανοούμε γιατί αποξενωθήκαμε από τις ελληνικές ρίζες, γιατί λησμονήσαμε τις εθνικές επετείους μας, γιατί χάσαμε το μεγαλείο μας ως Έλληνες.

Κι αυτό συνέβη γιατί, κυρίως οι Νεοέλληνες, μέσω της υλιστικής και μηδενιστικής παιδείας, έχασαν το πραγματικό νόημα της Πατρίδας.

Ο Ορθόδοξος Έλληνας ως οικουμενικός-καθολικός, δεν περιορίζεται εντός του ελληνικού χώρου ούτε περιορίζει την Ορθοδοξία. Αυτό, αν γίνεται, είναι μεγάλο λάθος.

Η Πατρίδα, όμως, ως περιέχον και περιεχόμενο, ως γη και ως λαός με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, ιδέες και ιστορία, έχει ιδιαίτερη αξία και καταλαμβάνει την πρέπουσα θέση στον αιώνιο λόγο Του Θεού.

Στην Παλαιά Διαθήκη διαβάζουμε: «Ότεδιεμέριζεν ο ύψιστος έθνη, ως διέσπειρεν υιούς Αδάμ, έστησεν όρια εθνών, κατά αριθμόν αγγέλων Θεού»[1].

Εδώ σαφώς φαίνεται ο Θεός να θέτει όρια στις πατρίδες και να τοποθετεί φύλακα Άγγελο στην καθεμία από αυτές.

Στην Καινή Διαθήκη ακούμε τον Απόστολο των Εθνών Παύλο να μας λέει: «Εν ώ δ’ άν τις τολμά, εν αφροσύνη λέγω, τολμώ καγώ. Εβραίοι εισί; Καγώ. Σπέρμα Αβραάμ εισί; Καγώ»[2]. Σ’ αυτό το χωρίο ο Απόστολος Παύλος με υπερηφάνεια διακηρύσσει ότι κατάγεται από το ένδοξο Έθνος των Εβραίων.

Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης μας διασώζει κάτι πολύ σπουδαίο. Ο ίδιος Ο Θεάνθρωπος Κύριος απευθυνόμενος προς την Σαμαρείτιδα, της λέει: «Υμείς προσκυνείτε ό ουκ οίδατε, ημείς προσκυνούμεν ό οίδαμεν· ότι η σωτηρία εκ των Ιουδαίων εστίν»[3]. Ο Θεάνθρωπος Κύριος εδώ ομιλεί στον πληθυντικό. Έτσι, συντάσσει τον εαυτό Του με τους άλλους Ιουδαίους και τονίζει τη θρησκευτική υπεροχή του Έθνους Του, ως ανθρώπου, έναντι του Έθνους των Σαμαρειτών. Θα μπορούσαμε να πούμε ανεπιφύλακτα ότι στο σημείο αυτό φανερώνει -ως άνθρωπος- τα πατριωτικά του αισθήματα.

Επομένως, διαφαίνεται σαφέστατα από την αποκαλυφθείσα αγιογραφική αλήθεια ότι υπάρχουν πατρίδες, υπάρχουν σύνορα.

Όλοι έχουμε καταστεί κοινωνοί, αυτόν τον καιρό, των αλλοπρόσαλλων δηλώσεων και της απαράδεκτης πρακτικής των Σκοπιανών οι οποίοι, ούτε λίγο ούτε πολύ, επιδιώκουν με κάθε μέσο -και δυστυχώς βοηθούνται στην επιδίωξή τους αυτή και από Έλληνες πολιτικούς- να πείσουν τους λαούς να δεχθούν κάτι το ανιστόρητο και τελείως απαράδεκτο: ότι η Μακεδονία μας στενάζει κάτω από το πέλμα του κατακτητή, που είναι οι Έλληνες.

Πρέπει, όμως, όλοι οι ανιστόρητοι να γνωρίζουν ότι η Μακεδονία διαμορφώθηκε το 1150 π.Χ. με τη μετακίνηση των ελληνικών φύλων από βόρεια προς νότια. Οι Μακεδόνες (ή Μακεδνοί), βορειοδυτικό ελληνικό φύλο το οποίο οφείλει το όνομά του, κατά τον Ησίοδο,[4] στον Μακεδόνα γιο του Δία, εισέβαλαν στο δυτικό μέρος μαζί με άλλα ελληνικά φύλα. Έτσι, διαμορφώθηκε ο ελληνικός αυτός χώρος με πρωτεύουσα τις Αιγές. Η Θεσσαλονίκη είναι η νεότερη πρωτεύουσα, η οποία κτίστηκε το 315 π.Χ. από τον Κάσσανδρο, ο οποίος της έδωσε το όνομα της συζύγου του, Θεσσαλονίκης, αδελφής του Μεγάλου Αλεξάνδρου.

Τοιουτοτρόπως η Ελλάς καλείται να δώσει και πάλι τη δική της μάχη, σε όλα τα επίπεδα, για τη διατήρηση των κυριαρχικών της δικαιωμάτων επί των εδαφών της, προβάλλοντας την ιστορική της κληρονομιά.

Όταν, όμως, ο Νεοέλληνας δεν γνωρίζει ούτε τα ονόματα των πηγών, όπως της Βίβλου, του Ομήρου, της Ελληνικής και Βυζαντινής, γενικότερα, σκέψεως, πώς θα αγαπήσει την πατρίδα του;

Το κάλλος της ελληνορθοδόξου γνώσεως φέρνει την πίστη και την αγάπη προς τον τόπο όπου γεννήθηκε αυτή η γνώση.

Τι κρίμα, όμως, αντί για τον Ελληνισμό και την Ορθοδοξία να μιλούμε στους νέους μας για μηδενισμό και αθεΐα!

Με αυτόν τον τρόπο δεν γινόμαστε νεκροθάφτες του Έθνους μας;

Είναι ανάγκη να συνειδητοποιήσουμε hicetnunc ότι πρέπει να αγαπήσουμε Τον Χριστό και την Πατρίδα μας, αν θέλουμε να δημιουργήσουμε μια νέα ελληνορθόδοξη ιστορία.


[1]Δευτερ. ΛΒ΄, 8.

[2]Β΄ Κορινθ. ΙΑ΄, 21, 22.

[3]Ιωάν. Δ΄, 22.

[4]Ησίοδος, Ηοίαι, απ. 7.