Χριστιανός καί πολιτική

ΕΝΟΡΙΑ ΑΓΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΚΑΙ ΑΓΙΟΥ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΔΙΟΝΥΣΟΥ
(Πρωτoπρεσβυτέρου Εὐθυμίου Μουζακίτη,
ἐφημερίου Ἱ.Ν. Ἁγίου Γεωργίου καί Ἁγίου Διονυσίου Διονύσου)

«Τό νά ποιμαίνει ἤ νά διοικεῖ κάποιος ἕναν λαό, καί νά φροντίζει γιά τήν σωτηρία τους εἶναι ὠφέλιμο πράγμα καί τελειωτικό τῆς ἀγάπης, ἡ ὁποία εἶναι τό κεφάλαιο τοῦ νόμου καί τῶν προφητῶν. Αὐτό κανένας δέν μπορεῖ νά τό ἀρνηθεῖ». (Εὑρισκόμενα τοῦ ἁγίου Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου, Λόγος, 82ος , σελ. 458, ἐκδ. Ρηγοπούλου) .

Ὁ Ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος στόν ὀγδοηκοστό δεύτερο λόγο του μᾶς διδάσκει τίς προϋποθέσεις αὐτές, πού χρειάζεται νά ἔχει ἕνας Χριστιανός γιά νά ἀναλάβει τήν προστασία καί τήν διοίκηση ἑνός λαοῦ:

«…Ἐάν φθάσεις… σέ τελεία ἀναμαρτησία καί καθαρότητα καί δεχθεῖς μέσα σου τόν Θεό καί δέν ἐνοχλεῖσαι ἀπό κανένα πάθος καί εὑρίσκεσαι πάντοτε μέ τόν Θεό… καί σοῦ δείξει κάποιος μία μεγάλη Πολιτεία καί λαό πολύ, γιά νά λάβεις φροντίδα λαοῦ, καί ἔπειτα ἄν ὅλοι ἐκεῖνοι, οἱ ἄρχοντες καί τό πλῆθος ὅλου τοῦ λαοῦ μέ πολλά δάκρυα σέ προσκαλοῦν καί σέ παρακαλοῦν νά λάβεις τήν φροντίδα τῶν ψυχῶν τους, γιά νά τούς ποιμάνεις καί νά τούς ὠφελήσεις μέ τήν διδασκαλία σου, καί ἐσύ πρό τοῦ νά σέ προστάξει σέ τοῦτο ὁ Θεός, τόν καταφρονήσεις πού σέ ἀξίωσε μέ τή χάρη Του νά συμβασιλεύεις μαζί Του καί ἀφήσεις τά οὐράνια καί αἰώνια ἀγαθά καί κατεβαίνοντας σέ τοῦτα τά ἀκατάστατα καί πρόσκαιρα, συναναστρέφεσαι μέ ἐκείνους ὅπου σέ προσκάλεσαν νά τούς ποιμάνεις, δίκαιο εἶναι νά σέ ἀφήσει ὁ Θεός νά ἀπολαύσεις μόνο αὐτά τά πρόσκαιρα πού ἐπιθύμησες καί νά σέ στερήσει ἀπό ὅλα τά πνευματικά ἀγαθά, τόσο στήν παροῦσα ζωή ὅσο καί στήν ἄλλη». (Λόγος 82ος, ζ΄, σελ.457)

[σημείωση δική μας: Ἔτσι λοιπόν δέν μπορεῖ κάποιος νά ἀναλάβει καμία ἐξουσία ἄν δέν ἔχει πληροφορία ἀπό τόν Θεό ]

καί συνεχίζει ὁ Ἅγιος Συμεών:

«…Ἐάν ὁ ἴδιος ὁ Θεός σέ πρόσταζε νά ποιμάνεις ψυχές ἀνθρώπων, θά ἔπρεπε κι᾿ἐσύ νά προσπίπτεις σ᾿ αὐτόν, καί νά κλαῖς καί μέ πολύ φόβο καί θλίψη νά τοῦ λές, ¨Δέσποτα Κύριε, πῶς νά ἀφήσω τήν γλυκύτητα τήν δική σου καί νά ὑπάγω σέ ἐκείνη τήν ματαιότητα ; Μή μέ ὀργισθεῖς Κύριε καί ἀπό τό τόσο ὕψος τῆς δόξης σου μέ ρίξεις μέσα σέ ἐκεῖνο τό χάος τό ἄθλιο, μή μέ στερήσεις ἀπό τό φῶς σου καί μέ κατεβάσεις σέ τόσο σκοτάδι τόν ταλαίπωρο. Μήπως σοῦ ἔσφαλα Κύριε καί δέν τό ξέρω καί γιά τοῦτο μέ γυρίζεις πάλι σέ ἐκεῖνο τό χάος;…ἐάν σοῦ ἔσφαλα, τιμώρησέ με ἐδῶ ὅπου εὑρίσκομαι καί ἄν ὁρίζεις, κόψε καί ὅλα τά μέλη μου, φτάνει σέ ἐκεῖνο τό χάος νά μήν μέ στείλεις…¨

Καί ἄν πάλι ὁ Θεός σοῦ ἔλεγε, ¨πήγαινε νά ποιμάνεις τά πρόβατά μου…¨, θά ἔπρεπε καί σύ νά τοῦ ἀποκριθεῖς: ¨Ἀλλοίμονο Κύριέ μου, πῶς νά χωρισθῶ ἀπό ἐσένα ὁ ἀνάξιος¨;
Ἐάν καί τρίτη φορά σέ πρόσταζε ὁ Κύριος, ἐσύ θά ἔπρεπε καί πάλι νά προσπέσεις καί νά κλαύσεις καί νά ἔλεγες....¨ἡ καρδιά μου εἶναι τρεπτή Κύριε, κλίνει σέ κολακεῖες καί ἐπαίνους ἀνθρώπων, …πῶς νά μή φύγεις ἀπό ἐμένα (Κύριε), ἐάν δέν ἐλέγξω μέ παρρησία τούς βασιλεῖς καί δυνάστας γιά τήν δικαιοσύνη, καί τίς παρανομίες καί ἀδικίες; …φοβοῦμαι μή μέ νικήσει ἡ φιλαργυρία, μή μέ κυριεύσει τό θέλημα τῆς σαρκός, μή μέ ἀπατήσει ἡ ἡδονή, μή μοῦ σκοτίσει τόν νοῦ ἡ μέριμνα τοῦ ποιμνίου, μή μέ φουσκώσει τό μεγαλεῖο τῆς ἐξουσίας… Γι᾿ αὐτό λυπήσου με φιλάνθρωπε καί μή μέ στείλεις ἐκεῖ κάτω στήν προστασία τοῦ λαοῦ, γιά νά μήν βρίσκομαι σέ τέτοια κακά¨.

Καί ἄν πάλι ὁ Θεός, ἐπαινώντας τήν ἀγάπη σου καί τήν ταπείνωσή σου, σού ἔλεγε νά μήν φοβᾶσαι διότι θά εἶναι μαζί σου… τότε χωρίς νά ξεθαρρέψεις τελείως, ἀλλά μέ φόβο καί τρόμο πολύ, στοχαζόμενος πώς κατεβαίνεις σάν ἀπό πολύ ὕψος σέ ἕνα βάθος πολύ βαθυτάτου πηγαδιοῦ γεμάτο ἀπό διάφορα θηρία καί ἑρπετά, ἔτσι μέ φόβο πολύ νά ἀνεβαίνεις σέ θρόνο προστασίας λαοῦ.

Προσοχή ὅμως. Ἐάν σοῦ φαίνεται πώς ὅταν λαμβάνεις ἐπιστασία λαοῦ ἀνεβαίνεις ἀπό τά κάτω καί χαμηλά σέ ὕψος πολύ, τότε ἀλλοίμονο γιά τήν τόλμη σου, ἀλλοίμονο γιά τόν σκοτισμό τοῦ νοός σου, ἀλλοίμονο γιά τήν μεγάλη ἀγνωσία σου, γιατί αὐτά τά φρονήματα καί οἱ διαλογισμοί εἶναι τῶν ἀνοήτων καί ἐθνικῶν ἤ νά πῶ καλλίτερα τῶν νεκρῶν, πού οὔτε βλέπουν, οὔτε αἰσθάνονται, οὔτε ζοῦν, οὔτε ξέρουν τελείως τί εἶναι Θεός καί τί εἶναι τό κριτήριο τοῦ Θεοῦ, ὅπου μέλλει νά μᾶς δεχθεῖ». (Λόγος 82ος, ζ΄, σελ. 457-8).

«Ἀγαπητοί ἀδελφοί καταφρονήσατε τήν γήινη δόξα γιά νά ἀπολαύσετε τήν οὐράνιο. Ἐπειδή βρίσκονται μπροστά μας δυό πράγματα ἐναντία, ἡ ζωή καί ὁ θάνατος, καί δυό κόσμοι ἐνάντιοι, ὁ παρών πού εἶναι ὁρατός καί πρόσκαιρος, καί ὁ μέλλων πού εἶναι ἀόρατος καί αἰώνιος». (Λόγος 82ος, ζ΄ σελ. 460)

«Γι᾿αὐτό νά καταφεύγουμε στόν Σωτήρα μας…καί νά ἐπικαλούμεθα τήν βοήθειά Του γιά νά μήν κατακυριευθοῦμε ἀπό τόν ἄρχοντα τοῦ σκότους καί πιαστοῦμε στίς παγίδες του καί γίνουμε δοῦλοι σ’ αὐτόν καί στήν ἁμαρτία. Ἡ ἐπιθυμία γιά ἐξουσία καταδουλώνει τόν ἄνθρωπο καί τόν κάνει κληρονόμο τοῦ αἰωνίου σκότους».

…Γι’ αὐτό λοιπόν παρακαλῶ, ἄς μετανοοῦμε κάθε ἡμέρα διότι ὁ Θεός εἶναι ὁ μόνος ἀψευδέστατος σέ ἐκεῖνα πού ὑποσχέθηκε νά δώσει σέ ὅσους Τόν ἀγαποῦν καί ὁ ὁποῖος θέλει νά πληρώσει τόν κάθε ἕνα κατά τά ἔργα του στήν Βασιλεία Του. Ἀμήν. (Λόγος 82ος, η΄, σελ. 460-462)